Φαινομεναλισμός NWE

Μετάφραση του: Phenomenalism - New World Encyclopedia

Στην επιστημολογία (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Epistemology) και τη φιλοσοφία της αντίληψης, ο φαινομεναλισμός είναι η άποψη ότι τα φυσικά αντικείμενα δεν υπάρχουν ως πράγματα καθ΄εαυτά αλλά μόνο ως αντιληπτικά φαινόμενα ή αισθητηριακά ερεθίσματα (π.χ. ερυθρότητα, σκληρότητα, απαλότητα, γλυκύτητα κ.λπ.) που βρίσκονται στο χρόνο και στο χώρο.


Ο Τζορτζ Μπέρκλεϋ (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/George_Berkeley) παρουσίασε μια κλασική εκδοχή από την υποκειμενική ιδεαλιστική του (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Subjective_idealism) προοπτική, και ο Καντ (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Kant) παρουσίασε την εκδοχή του από μια υπερβατολογική ιδεαλιστική (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Transcendental_idealism) προοπτική. Ο Ερνστ Μαχ (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Ernst_Mach) την ανέπτυξε από μια θετικιστική (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Positivism) προοπτική, και η άποψη του Μαχ επηρέασε τους λογικούς θετικιστές (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Logical_positivism) και άλλους τον εικοστό αιώνα. Ο Μαχ όρισε τα αντικείμενα ως λογικές κατασκευές από αισθητηριακά δεδομένα ή ιδέες.

Ιστορική επισκόπηση

Ο φαινομεναλισμός είναι μια ριζοσπαστική μορφή εμπειρισμού (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Empiricism) και, ως εκ τούτου, οι ρίζες του ως οντολογική (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Ontology) άποψη της φύσης της ύπαρξης μπορεί να ανιχνευθούν πίσω στον Τζορτζ Μπέρκλεϋ (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/George_Berkeley) και τον υποκειμενικό ιδεαλισμό (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Subjective_idealism) του. Ο Τζον Στιούαρτ Μιλ (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/John_Stuart_Mill) είχε μια θεωρία της αντίληψης, η οποία συνήθως αναφέρεται ως κλασικός φαινομεναλισμός. Αυτή διαφέρει από τον ιδεαλισμό του Μπέρκλεϋ στην περιγραφή του πώς τα αντικείμενα συνεχίζουν να υπάρχουν όταν δεν τα αντιλαμβάνεται κανένα. Ο Μπέρκλεϋ ισχυρίστηκε ότι ένας παντογνώστης Θεός (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/God) αντιλαμβανόταν όλα τα αντικείμενα και αυτό ήταν που τα κρατούσε στην ύπαρξη, ενώ ο Μιλ ισχυρίστηκε ότι μόνιμες δυνατότητες εμπειρίας [permanent possibilities of experience] ήταν επαρκείς για την ύπαρξη ενός αντικειμένου. Αυτές οι μόνιμες δυνατότητες θα μπορούσαν να αναλυθούν σε υποτακτικούς υποθετικούς λόγους, όπως, αν είχα αισθήσεις τύπου y, τότε θα είχα και αισθήσεις τύπου x.

Ως επιστημολογική (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Epistemology) θεωρία σχετικά με τη δυνατότητα γνώσης αντικειμένων στον εξωτερικό κόσμο, ωστόσο, είναι πιθανό ότι η πιο εμφανής διατύπωση τού φαινομεναλισμού μπορεί να βρεθεί στην υπερβατολογική αισθητική του Ιμάνουελ Καντ (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Immanuel_Kant). Σύμφωνα με τον Καντ, ο χώρος και ο χρόνος, που είναι οι a priori μορφές και προϋποθέσεις όλης της αισθητηριακής εμπειρίας, «αναφέρονται στα αντικείμενα μόνο στο βαθμό που αυτά θεωρούνται ως φαινόμενα, αλλά δεν αναπαριστάνουν τα πράγματα καθ΄εαυτά.» Ενώ ο Καντ επέμενε ότι η γνώση περιορίζεται στα φαινόμενα, ποτέ δεν αρνήθηκε ούτε απέκλεισε την ύπαρξη αντικειμένων που δεν ήταν γνωστά από την εμπειρία, τα πράγματα καθ' εαυτά ή νοούμενα (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Noumenon), αν και ποτέ δεν τα απέδειξε.

Ο «επιστημολογικός φαινομεναλισμός» του Καντ, όπως έχει ονομαστεί, είναι επομένως αρκετά διαφορετικός από την προηγούμενη οντολογική εκδοχή του Μπέρκλεϋ. Στην άποψη του Μπέρκλεϋ, τα λεγόμενα «πράγματα καθ΄εαυτά» δεν υπάρχουν εκτός ως υποκειμενικά αντιληπτές δέσμες αισθημάτων που έχουν εγγυημένη συνέπεια και μονιμότητα γιατί είναι συνεχώς αντιληπτά από το νου του Θεού. Ως εκ τούτου, ενώ είναι αλήθεια ότι για τον Μπέρκλεϋ, τα αντικείμενα είναι απλώς δέσμες αισθημάτων (βλ. θεωρία δέσμης), σε αντίθεση με άλλους θεωρητικούς δεσμών, τα αντικείμενα δεν παύουν να υπάρχουν για το Μπέρκλεϋ όταν δεν γίνονται πλέον αντιληπτά από κάποιο απλώς ανθρώπινο υποκείμενο ή νου.

Στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, μια ακόμη πιο ακραία μορφή φαινομεναλισμού διατυπώθηκε από τον Ερνστ Μαχ (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Ernst_Mach), που αναπτύχθηκε αργότερα και τελειοποιήθηκε από τους Ράσελ, Άιερ και τους λογικούς θετικιστές. Ο Μαχ απέρριψε την ύπαρξη του Θεού και επίσης αρνήθηκε ότι τα φαινόμενα ήταν δεδομένα που βιώνονται από το νου ή τη συνείδηση ​​των υποκειμένων. Αντίθετα, τα αισθητηριακά φαινόμενα, για τον Μαχ, είναι «καθαρά δεδομένα» των οποίων η ύπαρξη πρέπει να εξεταστεί πριν από κάθε αυθαίρετη διάκριση μεταξύ νοητικών και φυσικών κατηγοριών φαινομένων. Με αυτόν τον τρόπο, ήταν ο Μαχ που διατύπωσε τη βασική θέση του φαινομεναλισμού και αυτό που τον διαχωρίζει από τις θεωρίες δέσμης των αντικειμένων: Τα αντικείμενα είναι λογικές κατασκευές από αισθητηριακά δεδομένα ή ιδέες.

Φαινομεναλισμός και θεωρία δέσμης

Ο φαινομεναλισμός συχνά συγχέεται με τη θεωρία δέσμης της αντίληψης και το αντίστροφο. Σύμφωνα με τη θεωρία δέσμης, τα αντικείμενα αποτελούνται από σύνολα, ή δέσμες, ιδεών ή αντιλήψεων. Το να πούμε ότι το αχλάδι μπροστά μου υπάρχει σημαίνει απλά να πούμε ότι ορισμένες ιδιότητες (πρασινάδα, σκληρότητα κ.λπ.) γίνονται αντιληπτές αυτή τη στιγμή. Όταν αυτά τα χαρακτηριστικά δεν γίνονται πλέον αντιληπτά ή δεν βιώνονται από κανένα, τότε το αντικείμενο (αχλάδι, στην προκειμένη περίπτωση) δεν υπάρχει πλέον. Ο φαινομεναλισμός είναι η άποψη ότι τα αντικείμενα είναι λογικές κατασκευές από αντιληπτικές ιδιότητες. Από αυτή την άποψη, για να πούμε ότι υπάρχει ένα τραπέζι στο άλλο δωμάτιο όταν δεν υπάρχει κανένα σε αυτό το δωμάτιο να το αντιληφθεί, σημαίνει ότι αν ήταν κάποιο σε εκείνο το δωμάτιο, τότε αυτό το πρόσωπο θα αντιλαμβανόταν το τραπέζι. Δεν είναι η ενεργεία αντίληψη που μετράει, αλλά η υπό όρους δυνατότητα αντίληψης.

Ο φαινομεναλισμός των θετικιστών

Ο λογικός θετικισμός (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Logical_positivism), μια κίνηση που ξεκίνησε ως ένας μικρός κύκλος που αναπτύχθηκε γύρω από τον φιλόσοφο Μόριτς Σλικ (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Moritz_Schlick) στη Βιέννη, ενέπνευσε πολλούς φιλοσόφους στον αγγλόφωνο κόσμο από τη δεκαετία του 1930 έως τη δεκαετία του 1950. Σημαντικές επιρροές στο είδος του εμπειρισμού τους περιελάμβαναν τον Ερνστ Μαχ — ο οποίος κατείχε την έδρα των Επαγωγικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, μια θέση που θα κατείχε αργότερα ο Σλικ — και τον φιλόσοφο του Κέιμπριτζ Μπέρτραντ Ράσελ (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Bertrand_Russell).

Η ιδέα των λογικών θετικιστών, όπως ο Α. Τζ. Άιερ (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Alfred_Ayer) και ο Ρούντολφ Κάρναπ (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Rudolf_Carnap), ήταν να διατυπώσουν το δόγμα του φαινομεναλισμού με γλωσσικούς όρους, έτσι ώστε να ορίσουν εκτός ύπαρξης τις αναφορές σε τέτοιες οντότητες όπως τα φυσικά αντικείμενα στο εξωτερικό κόσμο. Οι προτάσεις που περιείχαν όρους όπως «τραπέζι» επρόκειτο να μεταφραστούν σε προτάσεις που αναφέρονταν αποκλειστικά σε ενεργεία ή δυνάμει αισθητηριακές εμπειρίες.

Ο Ρόντρικ Τσίσολμ [Roderick Chisholm] ανέπτυξε επιχειρήματα για να αντικρούσει αυτήν την εκδοχή φαινομεναλισμoύ το 1948. Για να δείτε πώς το έκανε αυτό, σημειώστε ότι ο Κ. Ι. Λιούις [C. I. Lewis] πρότεινε ότι ο φυσικός ισχυρισμός «Υπάρχει ένα πόμολο πόρτας μπροστά μου» συνεπάγεται αναγκαστικά το αισθητηριακό αντιγεγονικό [counterfactual] «Αν έβλεπα ένα πόμολο πόρτας και αν ξεκίναγα μια κίνηση σύλληψης, τότε κατά πάσα πιθανότητα η αίσθηση της επαφής με ένα πόμολο πόρτας θα πρέπει να ακολουθήσει.» Φυσικά, αυτή η ίδια η δήλωση περιέχει αναφορές σε φυσικά αντικείμενα που θα έπρεπε να αντικατασταθούν από εκφράσεις αισθητηριακών δεδομένων, αλλά το θέμα είναι αρκετά σαφές. Ο Τσίσολμ έδειξε ότι η δήλωση «Υπάρχει ένα πόμολο πόρτας…» δεν συνεπάγεται την αντιγεγονική δήλωση. Αν την συνεπαγόταν, τότε θα έπρεπε να το κάνει αυτό χωρίς να λαμβάνει υπόψη την αλήθεια ή το ψεύδος οποιασδήποτε άλλης δήλωσης. Ας υποθέσουμε όμως ότι η ακόλουθη δήλωση είναι αλήθεια: «Είμαι παράλυτος από τον λαιμό και κάτω, και βιώνω παραισθήσεις, τέτοιες που φαίνεται να βλέπω τον εαυτό μου να κινείται προς την πόρτα». Αν αυτό είναι αλήθεια, τότε θα μπορούσε να υπάρχει ένα πόμολο πόρτας μπροστά μου, θα μπορούσε να μου φαίνεται ότι βλέπω ένα πόμολο πόρτας, και θα μπορούσα να φαίνομαι στον εαυτό μου ότι επιτελώ το σωστό είδος σύλληψης κίνησης αλλά με απολύτως καμία πιθανότητα να έχω μια αίσθηση επαφής με το πόμολο της πόρτας. Ομοίως, η δήλωση «Το μόνο βιβλίο μπροστά μου είναι κόκκινο» δεν συνεπάγεται την αισθητηριακή δήλωση «Μάλλον θα μου εμφανιζόταν κοκκινίλα αν μου φαινόταν να βλέπω ένα βιβλίο» γιατί η κοκκινίλα δεν είναι πιθανό να εμφανιστεί κάτω από ένα μπλε λαμπτήρα.

Μερικοί προσπάθησαν να αποφύγουν αυτό το πρόβλημα επεκτείνοντας τις συνθήκες στο αναλυτέο (analysandum): Αντί για «Υπάρχει ένα πόμολο πόρτας μπροστά μου», θα μπορούσαμε να πούμε ότι «Υπάρχει ένα πόμολο πόρτας…και δεν είμαι παράλυτος, κλπ.» Αλλά αν περιπλέξουμε το αναλυτέο, πρέπει επίσης να περιπλέξουμε τους αναλύοντες (analysans). Στη συγκεκριμένη περίπτωση, πρέπει να αναλύσουμε με καθαρά αισθητηριακούς όρους τι σημαίνει να μην παραλύουμε και ούτω καθεξής. Τα ίδια προβλήματα θα προέκυπταν σε σχέση με τη νέα ανάλυση και θα είχαμε άπειρη παλινδρόμηση.

Άλλες κριτικές

Μια άλλη κοινή αντίρρηση στον φαινομεναλισμό είναι ότι στη διαδικασία της εξάλειψης των υλικών αντικειμένων από τη γλώσσα και την αντικατάστασή τους με υποθετικές προτάσεις για παρατηρητές και εμπειρίες, φαίνεται να μας δεσμεύουν στην ύπαρξη μιας καθ' ολοκληρίαν νέας κατηγορίας οντολογικών αντικειμένων: Τα αισθητά (sensibilia) ή τα αισθητηριακά δεδομένα που μπορούν να υπάρχουν ανεξάρτητα της εμπειρίας. Πράγματι, ορισμένοι φιλόσοφοι του νου, όπως ο Ντόναλντ Ντέιβιντσον (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Donald_Davidson_(philosopher)), έχουν απορρίψει τα αισθητηριακά δεδομένα ως μυθολογικές οντότητες που είναι πιο προβληματικές από τις οντότητες που προορίζονταν να αντικαταστήσουν.

Μια τρίτη κοινή αντίρρηση είναι ότι ο φαινομεναλισμός, στην προσπάθεια μετατροπής των προτάσεων για υλικά αντικείμενα σε υποθετικές προτάσεις για τα αισθητά (sensibilia), υποθέτει την ύπαρξη ενός μη αναγώγιμου υλικού παρατηρητή στην υπόθεση του υποθετικού λόγου. Στην προσπάθεια να ξεπεραστεί αυτό, ορισμένοι φαινομεναλιστές πρότειναν ότι ο πρώτος παρατηρητής θα μπορούσε να αναχθεί κατασκευάζοντας μια δεύτερη πρόταση με όρους δεύτερου παρατηρητή, ο οποίος παρατηρεί ενεργεία ή δυνάμει το σώμα του πρώτου παρατηρητή. Ένα τρίτος παρατηρητής θα παρατηρούσε το δεύτερο και ούτω καθεξής. Με αυτόν τον τρόπο θα τελειώναμε με ένα «κινέζικο κουτί σειράς προτάσεων» [Chinese box series of propositions]^ συνεχώς μειούμενου υλικού περιεχόμενου που αποδίδεται στον αρχικό παρατηρητή. Αν όμως το τελικό αποτέλεσμα δεν είναι η πλήρης εξάλειψη* της υλικότητας του πρώτου παρατηρητή (που δεν μπορεί να είναι), τότε οι μεταφραστικές αναγωγές που προτείνονται από τους φαινομεναλιστές δεν μπορούν, έστω και κατ' αρχήν, να πραγματοποιηθούν.

{ ^* Στην βιβλιογραφία, μια κινεζική δομή κουτιού αναφέρεται σε ένα πλαίσιο αφήγησης, όπου ένα μυθιστόρημα ή ένα δράμα λέγεται με τη μορφή μιας αφήγησης μέσα σε μια αφήγηση (και ούτω καθεξής), δίνοντας απόψεις από διαφορετικές οπτικές γωνίες. [en.wikipedia.org] }

Μια κριτική ιδιαίτερα συναφής με τον κλασικό φαινομεναλισμό είναι ότι ο φαινομεναλιστής δεν μπορεί να δώσει καμία ικανοποιητική εξήγηση για τις μόνιμες δυνατότητες εμπειρίας. Μπορεί να τεθεί το ερώτημα: Ποιες είναι οι υποτακτικές υποθέσεις που θεμελιώνουν την ύπαρξη των αντικειμένων ως αληθών (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Truth); Μια απάντηση που δίνεται από τους φαινομεναλιστές είναι ότι οι υποθέσεις είναι αληθείς χάριν των παρελθουσών κανονικοτήτων εμπειρίας. Ωστόσο, το πρόβλημα με αυτή την απάντηση είναι ότι οδηγεί σε κυκλικότητα. Πρώτον, η ενεργεία εμπειρία μας προοριζόταν να εξηγηθεί από την δυνατότητα εμπειρίας, και τώρα η δυνατότητα εμπειρίας προορίζεται να εξηγηθεί από μια ενεργεία προηγούμενη εμπειρία μας. Ένα επιπλέον πρόβλημα με τη φαινομεναλιστική απάντηση είναι ότι, σε γενικές γραμμές, οι υποθέσεις δεν είναι αληθείς χάριν των προηγούμενων εμφανίσεών τους. Αυτό συμβαίνει γιατί φαίνεται ότι μια υπόθεση θα μπορούσε να είναι αληθής, ακόμα κι αν δεν συνέβη ποτέ, και επίσης ότι οι παρελθούσες εμφανίσεις επιβεβαιώνουν μόνο ότι μια υπόθεση είναι αληθής, αλλά ποτέ δεν την κάνουν τέτοια.

Μια τελική, και ίσως η πιο καταστροφική ένσταση, στον φαινομεναλισμό διατυπώθηκε από τον Ρ. Φιρθ [R. Firth] (1950). Η αντίρρηση πηγάζει από την αντιληπτική σχετικότητα: Η λευκή ταπετσαρία φαίνεται λευκή κάτω από το λευκό φως και κόκκινη κάτω από το κόκκινο φως κλπ. Οποιαδήποτε δυνατή εμπειρία που προκύπτει από μια δυνατή πορεία δράσης προφανώς θα υποκαθορίσει το περιβάλλον μας: Θα καθόριζε, για παράδειγμα, ότι υπάρχει είτε λευκή ταπετσαρία κάτω από κόκκινο φως είτε κόκκινη ταπετσαρία κάτω από λευκό φως, και ούτω καθεξής. Σε ποια βάση θα αποφασίσουμε ποια από τις υποθέσεις είναι η σωστή εάν είμαστε αναγκασμένοι να βασιζόμαστε αποκλειστικά στα αισθητά [sensibilia];

Άρθουρ Ντάντο

Ο Άρθουρ Ντάντο εξήγησε τον φαινομεναλισμό ως μια αναφορά στις αισθήσεις. Υποστήριξε ότι ο Νίτσε (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/Nietzsche) δεν ήταν «…ένας φαινομεναλιστής, που πίστευε ότι ό,τι έχει τελικά σημασία μπορεί να εκφραστεί με όρους της δικής μας [αισθητηριακής] εμπειρίας.» (Danto 1965, Κεφ. 3, § VI) Στο Connections to the World υποστήριξε: «Ο φαινομεναλιστής δεσμεύεται πραγματικά στο πιο ριζοσπαστικό είδος εμπειρισμού: Γι' αυτόν, αναφορά στα αντικείμενα είναι πάντα μια αναφορά στην αισθητηριακή εμπειρία…» (Danto 1989, Ch. 27) Τα αντικείμενα κάθε είδους πρέπει να σχετίζονται με την εμπειρία. «Ο Τζον Στιούαρτ Μιλ (https://www.newworldencyclopedia.org/entry/John_Stuart_Mill) μίλησε κάποτε για τα φυσικά αντικείμενα ως ʽμόνιμη δυνατότητα εμπειρίαςʼ και αυτό, σε γενικές γραμμές, είναι που εκμεταλλεύεται ο φαινομεναλιστής: Το μόνο που μπορούμε να εννοούμε, όταν μιλάμε για φυσικά αντικείμενα—ή μη φυσικά αντικείμενα, αν υπάρχουν οποιαδήποτε—είναι τι εμπειρίες θα είχαμε από την αντιμετώπισή τους…» Ωστόσο, ο φαινομεναλισμός βασίζεται σε νοητικές λειτουργίες. Αυτές οι λειτουργίες, οι ίδιες, δεν είναι γνωστές από την αισθητηριακή εμπειρία. Τέτοιες μη εμπειρικές, μη αισθησιακές λειτουργίες είναι τα «…μη εμπειρικά θέματα του χώρου, του χρόνου, και της συνέχειας, που ο εμπειρισμός σε όλες του τις μορφές και παρά τις δομές του, φαίνεται να απαιτεί…» (Danto 1989, Κεφ. 27)

Αναφορές

  • Berlin, Isaiah. 2004. /The Refutation of Phenomenalism./ The Isaiah

Berlin Virtual Library.

  • Bolender, John. 1998. /Factual Phenomenalism: A Supervenience

Theory./ Στο /SORITES/ 09 (Απρίλιος): 16–31.

  • Chisholm, R. 1948. «The Problem of Empiricism». Στο /The Journal of

Philosophy/ 45, σσ. 512–7.

  • Danto, Arthur. 1965. /Philosophy./ Μακμίλαν.
  • Danto, Arthur. 1989. /Connections to the World./ Harper and Row.

ISBN 0-06-015960-X

  • Firth, R. 1950. «Radical Empiricism and Perceptual Relativity». Στη

/Philosophical Review./

  • Lewis, C. I. 1946. /An Analysis of Knowledge and Valuation./

LaSalle, IL: Open Court, σελ. 240, 248–9.

  • Vattimo, Gianni and Gaetano Chiurazzi, επιμ. 2004. /Fenomenismo./ Σε

/L'Enciclopedia Garzanti di Filosofia,/ τρίτη έκδοση. Μιλάνο: Garzanti.

Generated at: 2025-01-20 07:28:22