Σημειώσεις για τον Λοκ (UC Davis Philosophy 22N Mattey)

Created Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2025

Μετάφραση του: Locke Lecture Notes: UC Davis Philosophy 22N (Mattey) - 20090430

UC Davis Philosophy 22N

Locke Lecture Notes

G. J. Mattey

Αναθεώρηση της 30ης Απριλίου 2009

Ο Τζον Λοκ είναι ίσως περισσότερο γνωστός για την πολιτική του φιλοσοφία, η οποία επηρέασε έντονα τους ιδρυτές των Η.Π.Α. (Υπάρχει ακόμη μια κατηγορία ότι η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας λογοκλοπεί (http://www.anesi.com/q0033.htm) την Second Treatise of Government του Λοκ!) Η έμφαση εδώ, ωστόσο, θα δοθεί στον απολογισμό του Λοκ της ανθρώπινης κατανόησης και της ανθρώπινης γνώσης, που επηρέασαν έντονα την πορεία της βρετανικής φιλοσοφίας τον δέκατο όγδοο αιώνα.

Η Ιστορική Απλή Μέθοδος

Ο Λοκ περιέγραψε τον σκοπό του, στο Essay Concerning Human Understanding ως

«τη διερεύνηση της προέλευσης, της βεβαιότητας και της έκτασης της ανθρώπινης γνώσης, μαζί με τα θεμέλια και τους βαθμούς της πεποίθησης, της γνώμης και της συναίνεσης (assent)» (Βιβλίο Ι, Κεφάλαιο 1, Ενότητα 1).

Για τον σκοπό του, ο Λοκ ερεύνησε εκτενώς «τη φύση της κατανόησης», για να ανακαλύψει τις δυνάμεις της:

«πόσο μακριά φτάνουν, με ποια πράγματα είναι σε οποιοδήποτε βαθμό αναλογικές, και πού μας απογοητεύουν» (Βιβλίο Ι, Κεφάλαιο 1, Ενότητα 4).

Η ελπίδα του Λοκ ήταν ότι μια έρευνα για τις δυνάμεις τής ανθρώπινης κατανόησης, θα αποκάλυπτε πώς θα έπρεπε να ρυθμίσουμε το σχηματισμό των γνωμών στις οποίες βασίζεται η πράξη μας. Τον απασχολούσε ιδιαίτερα να αποφύγει τον σκεπτικισμό. Αν απομακρυνθούμε πέρα ​​από την κατάλληλη εμβέλειά της κατανόησής μας, δεν βρίσκουμε γνώμη που να μην υπόκειται σε αμφισβήτηση, και αυτό με τη σειρά του μπορεί να μας οδηγήσει στο να

«αναρωτηθούμε για τα πάντα και να αποποιηθούμε όλη τη γνώση, γιατί κάποια πράγματα δεν μπορούν να γίνουν κατανοητά» (Βιβλίο Ι, Κεφάλαιο 1, Ενότητα 4).

Στην «Επιστολή προς τον Αναγνώστη» που χρησιμεύει ως πρόλογος στο Δοκίμιο, ο Λοκ αντιπαραβάλλει το έργο του με αυτό των

«αρχι-οικοδόμων, των οποίων τα επιβλητικά σχέδια, κατά την προαγωγή των επιστημών, θα αφήσουν διαρκή μνημεία για το θαυμασμό των μεταγενέστερων.»

Μεταξύ αυτών των «αρχι-οικοδόμων» είναι «ο ασύγκριτος κ. Νεύτωνας.» Ο Λοκ το θεωρεί

«αρκετά φιλόδοξο να εργαζόταν ως κατώτερος εργάτης, για να καθαρίσει λίγο το έδαφος και να απομακρύνει μερικά από τα σκουπίδια που βρίσκονται στο δρόμο προς τη γνώση.»

Ενώ οι «αρχι-οικοδόμοι» έστησαν θεωρίες για τη φύση, ο Λοκ ήλπιζε να διορθώσει την κατάχρηση της γλώσσας που πίστευε ότι είχε καλύψει την άγνοια και εμπόδιζε την αληθινή γνώση.

«Το να εισβάλουμε στο άδυτο της ματαιοδοξίας και της άγνοιας θα είναι, υποθέτω, κάποια υπηρεσία στην ανθρώπινη κατανόηση».

Πώς μπορούμε λοιπόν να διερευνήσουμε τις δυνάμεις της κατανόησής μας; Ο Λοκ θεώρησε ότι ήταν καλύτερο να χρησιμοποιήσει μια «ιστορική, απλή μέθοδο» (Εισαγωγή, Ενότητα 2). Αντιπαραβάλλει τη μέθοδό του με τις μεταφυσικές «εικασίες» για την ουσία του νου, τη σχέση του νου με το σώμα κ.λπ. Αντίθετα, θα επικεντρωθεί στις

«διορατικές (discerning) ικανότητες ενός ανθρώπου καθώς απασχολείται με τα αντικείμενα με τα οποία έχει να κάνει» (Εισαγωγή, Ενότητα 2).

Ακολουθώντας τον Ντεκάρτ, ο Λοκ καλεί τα αντικείμενα με τα οποία οι νοητικές μας ικανότητες έχουν να κάνουν, «ιδέες», που είναι

«οτιδήποτε είναι το αντικείμενο της κατανόησης όταν ένας άνθρωπος σκέφτεται» (Εισαγωγή, Ενότητα 8).

Τα πρώτα δύο βιβλία του Δοκιμίου είναι αφιερωμένα σε μια εξέταση των ιδεών, και τα αποτελέσματα των δύο τελευταίων βιβλίων βασίζονται στο αποτέλεσμα αυτής της εξέτασης, άρα οι «ιδέες» παίζουν κεντρικό ρόλο στο Δοκίμιο.

Ένας από τους σημαντικότερους κριτικούς του Λοκ, ο Έντουαρντ Στίλινγκφλιτ [Edward Stillingfleet], Επίσκοπος του Worcester, κατήγγειλε ότι ο «νέος τρόπος των ιδεών» του Λοκ είναι χρήσιμος για τους κριτικούς του Χριστιανισμού (Discourse, in Vindication of the Doctrine of the Trinity). Το θεώρησε μόδα, σχολιάζοντας ότι «κάθε ηλικία πρέπει έχει τους νέους τρόπους της» (Αναφέρεται από τον Λοκ στο Second Letter to Stillingfleet). Ο Λοκ υπερασπίστηκε χωρίς απολογίες τη χρήση του όρου.

Ώστε ο τρόπος των ιδεών μου, και της κατάληξής μου, με αυτές, στη βεβαιότητα, είναι να χρησιμοποιούμε το νου μας για να σκεφτόμαστε κάτι· και δεν βλέπω παρά ότι η εξοχότητά σας η ίδια, και κάθε άλλο, πρέπει να κάνει χρήση του τρόπού μου των ιδεών, εκτός αν μπορούν να βρουν έναν τρόπο που θα τα φέρει στη βεβαιότητα με το να μην σκέφτονται τίποτα. (First Letter to Stillingfleet)

Αν παραδεχθούμε ότι μια ιδέα είναι αυτό που σκεφτόμαστε (με την ευρεία έννοια του «σκέπτομαι»), φαίνεται ότι οποιοδήποτε αντικείμενο είναι μια ιδέα στο μέτρο που νοείται. Ένα τραπέζι, ένα δέντρο, ο Θεός, όλα είναι αντικείμενα σκέψης και με αυτή την έννοια είναι «ιδέες». Αυτό δεν είναι το τέλος της ιστορίας, ωστόσο, γιατί όπως θα δούμε (#AmbiguityIdea), ο Λοκ εισάγει μια διάκριση στο Κεφάλαιο 8, Ενότητα 7, του Βιβλίου ΙΙ, η οποία περιπλέκει, σε μεγάλο βαθμό, τον «τρόπο των ιδεών» του.

Εγγενείς Αρχές

Για να προετοιμάσει το έδαφος για τη δική του θεώρηση τής γνώσης, ο Λοκ επιτίθεται σε μια αντίπαλη άποψη, σύμφωνα με την οποία έχουμε τουλάχιστον κάποιες γνώσεις με τη μορφή «εγγενών αρχών». Ο Λοκ δίνει ως παραδείγματα, «Ό,τι είναι, είναι» και «Είναι αδύνατον το ίδιο πράγμα να είναι και να μην είναι» (Βιβλίο Ι, Κεφ 2, Ενότητα 4). Ο Λοκ επιτέθηκε συγκεκριμένα στο δόγμα ότι οι εγγενείς αρχές είναι

«κάποιες πρωταρχικές έννοιες, χαρακτήρες, σαν να λέμε, σφραγισμένοι πάνω στο νου τού ανθρώπου, που λαμβάνει η ψυχή στην πρώτη της ύπαρξη, και φέρνει στον κόσμο μαζί της» (Βιβλίο Ι, Κεφάλαιο 2, Ενότητα 1).

Δεν είναι ξεκάθαρο ποιος ακριβώς υποτίθεται ότι είχε μια τέτοια άποψη, αν και ο πιθανός στόχος είναι ο Ντεκάρτ, ο οποίος ισχυρίστηκε ρητά ότι έχουμε εγγενείς ιδέες.

Η γενική στάση του Λοκ είναι ότι η εγγενότητα δεν απαιτείται για τη γνώση της αλήθειας αυτών των αρχών, αφού

«μπορούμε να παρατηρήσουμε σε εμάς ικανότητες κατάλληλες να αποκτήσουμε τόσο εύκολη και βέβαιη γνώση τους, σαν να ήταν αρχικά αποτυπωμένες στο νου» (Βιβλίο Ι, Κεφάλαιο 2, Ενότητα 1).

Θα δούμε στο τέλος αυτής της ενότητας πώς υποτίθεται ότι συμβαίνει η γνώση αυτών των αρχών. Όμως ο Λοκ αναγνωρίζει ότι μια εναλλακτική εξήγηση δεν είναι απόδειξη ότι δεν υπάρχουν εγγενείς αρχές, έτσι προσπαθεί να εξαλείψει κάθε δυνατό λόγο σκέψης ότι υπάρχουν.

Ο Λοκ εξετάζει τρία αποδεικτικά στοιχεία για την εγγενή ύπαρξη των αρχών:

  • Είναι καθολικά αποδεκτές
  • Συμφωνούνται από όλα με τη χρήση τού λόγου
  • Συμφωνούνται μόλις προταθούν και κατανοηθούν

Στη συνέχεια προσπαθεί να δείξει γιατί καμία από αυτές δεν είναι αρκετή για να στηρίξει τον ισχυρισμό τού εγγενούς χαρακτήρα.

Παιδιά και ηλίθιοι, μας λέει ο Λοκ, δεν συμφωνούν με τις προτάσεις που υποτίθεται ότι είναι εγγενείς. Το πρόβλημα είναι ότι δεν αντιλαμβάνονται αυτές τις προτάσεις και δεν τις κατανοούν. Οι αρχές υποτίθεται ότι «αποτυπώνεται» στο νου, καθώς αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να εξηγηθεί η εγγενότητά τους. Αλλά οτιδήποτε αποτυπώνεται στο νου είναι γνωστό στο νου.

«Καμία πρόταση δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι στο νου, που ο νους ποτέ δεν γνώρισε, που δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει» (Βιβλίο I, Κεφάλαιο 2, Ενότητα 5).

Ο Λοκ βασίζει τον ισχυρισμό του στις συνέπειες της άρνησής του. Ας υποθέσουμε ότι μπορεί να υπάρχουν άγνωστες προτάσεις στο νου. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει μόνο ότι ο νους είναι ικανός να τις γνωρίσει, και όλες οι αληθινές προτάσεις είναι έτσι ικανές. Σε αυτή την περίπτωση, όλες οι προτάσεις θα ήταν εγγενώς γνωστές.

Έτσι ώστε αν η ικανότητα της γνώσης είναι η φυσική εντύπωση που υποστηρίζεται, όλες οι αλήθειες που θα γνωρίσει ποτέ ένας άνθρωπος, θα είναι, με αυτό τον τρόπο, κάθε μία από αυτές, εγγενής· και αυτό το σημαντικό σημείο θα ισοδυναμούσε με έναν πολύ ακατάλληλο τρόπο ομιλίας, που, ενώ προσποιείται ότι ισχυρίζεται το αντίθετο, δεν λέει τίποτα διαφορετικό από εκείνους που αρνούνται τις εγγενείς αρχές. (Βιβλίο Ι, Κεφάλαιο 2, Ενότητα 5)

Ο Λοκ τονίζει το σημείο, υπονοώντας ότι το να καλούμε τις άγνωστες προτάσεις εγγενείς, είναι κατάχρηση της γλώσσας.

Διότι αν αυτές οι λέξεις (όντας στην κατανόηση) έχουν καμία καταλληλότητα, σημαίνουν για να γίνουν κατανοητές, έτσι το να είναι στην κατανόηση και να μην κατανοείται, το να είναι στο νου και να μην γίνεται αντιληπτό ποτέ, είναι το ίδιο σαν να λέω ότι οτιδήποτε είναι και δεν είναι στο νου ή την κατανόηση. (Βιβλίο Ι, Κεφάλαιο 2, Ενότητα 5)

Μια σημαντική συνέπεια αυτής της άποψης είναι ότι οι ιδέες, δηλαδή τα αντικείμενα της σκέψης ή της αντίληψης, δεν μπορεί να είναι στην κατανόηση χωρίς να νοούνται ή να γίνονται αντιληπτά.

Στη συνέχεια, ο Λοκ στρέφει την προσοχή του σε έναν πιο αδύναμο ισχυρισμό, ότι ορισμένες αρχές γίνονται δεκτές από οποιοδήποτε με τη χρήση τού λόγου. Αυτό θα απέκλειε τα παιδιά και του ηλίθιους και έτσι θα ήταν ασφαλής από τα αντιπαραδείγματα του Λοκ. Η πρώτη απάντηση τού Λοκ είναι ότι δεν γνωρίζουν όλα ότι αυτές οι αρχές είναι αληθινές όταν φτάσουν για πρώτη φορά στη χρήση τού λόγου.

«Πόσες περιπτώσεις χρήσης του λόγου μπορούμε να παρατηρήσουμε στα παιδιά πολύ καιρό πριν γνωρίσουν το αξίωμα, 'Είναι αδύνατο για το ίδιο πράγμα να είναι και να μην είναι'» (Βιβλίο Ι, Κεφάλαιο 2, Ενότητα 12);

Εάν υπάρχει αντίρρηση ότι οι αρχές γίνονται γνωστές με τη χρήση του λόγου, ο Λοκ έχει έτοιμη απάντηση. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, ό,τι ανακαλύψουμε μέσω της χρήσης του λόγου θα έπρεπε να είναι εγγενές, κάτι που είναι αντίθετο με το δόγμα της εγγενότητας. Επιπλέον, ο λόγος είναι μια ικανότητα συμπερασμού, όχι μια ικανότητα για την άμεση ανακάλυψη των αληθειών.

Η τρίτη απόδειξη για την εγγενότητα είναι ότι οι άνθρωποι συναινούν σε ορισμένες προτάσεις μόλις τους προταθούν και κατανοηθούν από αυτούς. Το πρόβλημα εδώ είναι ότι πάρα πολλές αρχές θα έπρεπε να υπολογίζονται ως εγγενείς, συμπεριλαμβανομένων συγκεκριμένων προτάσεων για αριθμούς ή υψηλού επιπέδου επιστημονικές προτάσεις όπως ότι δύο σώματα δεν μπορούν να είναι στο ίδιο μέρος (την ίδια στιγμή). Ένα επιπλέον επιχείρημα είναι ότι για να είναι μια αρχή εγγενής, οι ιδέες που την απαρτίζουν πρέπει να είναι εγγενείς. Αλλά τότε η εγγενής έννοια του «η γλυκύτητα δεν είναι πικρία», που είναι γνωστή μόλις προταθεί και γίνει κατανοητή, θα απαιτούσε ότι οι ιδέες της γλυκύτητας και της πικρίας είναι εγγενείς, κάτι που κανένα δεν θα επέτρεπε.

Στον Πρόλογο τού New Essays Concerning Human Understanding, ο Λάιμπνιτς προσπαθεί να υπονομεύσει την απόρριψη των εγγενών ιδεών και αρχών από τον Λοκ. Επιτίθεται σε μια βασική υπόθεση πίσω από το σκεπτικό τού Λοκ, ότι

«Ο ικανός συγγραφέας μας φαίνεται να ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει τίποτα δυναμικό μέσα μας, και ακόμα τίποτα τού οποίου δεν έχουμε επίγνωση πάντα ότι αντιλαμβανόμαστε.»

Ο Λάιμπνιτς δεν βλέπει κανένα λόγο για τον οποίο μπορεί να μην υπάρχει μια πηγή εγγενών ιδεών βαθιά μέσα στις ψυχές μας. Παίζοντας με την περιγραφή τού νου τού Λοκ ως αρχικά κενό πίνακα (δείτε την επόμενη ενότητα), ο Λάιμπνιτς σημειώνει ότι κανένας πίνακας δεν είναι τόσο κενός ώστε να μην έχει κάποια δικά του γνωρίσματα. Οι εγγενείς αρχές μπορεί να βρίσκονται μέσα στο νου μας με τον ίδιο τρόπο που μπορεί να υπάρχει το τραχύ σχήμα ενός αγάλματος στις φλέβες ενός μαρμάρου.

«Έτσι είναι εγγενείς οι ιδέες και οι αλήθειες μέσα μας, όπως είναι οι φυσικές κλίσεις, οι διαθέσεις, οι συνήθειες ή οι δυνατότητες, και όχι όπως είναι οι πράξεις».

Στην Ενότητα 15 του Κεφαλαίου 2, ο Λοκ δίνει την εναλλακτική περιγραφή αυτών των αρχών που αναφέρθηκαν παραπάνω. Η διαδικασία ξεκινά με το γέμισμα του «ακόμη άδειου ερμάριου» του νου με ιδέες, που παίρνουν ονόματα που επισυνάπτονται σε αυτές. Τελικά, αφαιρούμε από τις καθέκαστες ιδέες μας και σχηματίζουμε γενικές ιδέες, στις οποίες επισυνάπτονται επίσης γενικά ονόματα. Στη συνέχεια παρατηρούμε ότι ορισμένες γενικές ιδέες συμφωνούν μεταξύ τους και μερικές όχι. Σε αυτή τη βάση, γνωρίζουμε τις αλήθειες των γενικών προτάσεων που εκφράζουν αυτές τις συμφωνίες ή διαφωνίες. Με αυτόν τον τρόπο ένα παιδί μπορεί να γνωρίσει, για παράδειγμα, ότι η γλυκύτητα δεν είναι πικρία.

Η προέλευση των ιδεών

Σύμφωνα με τον Λοκ, οι ιδέες είναι προϊόν εμπειρίας. Ο Λοκ ισχυρίζεται ότι ο νους αρχίζει ως «λευκό χαρτί» και γεμίζει εξ ολοκλήρου μέσω της εμπειρίας.

Πώς καταλήγει με αυτό το τεράστιο απόθεμα που η πολυάσχολη και απεριόριστη φαντασία του ανθρώπου έχει ζωγραφίσει πάνω του με μια σχεδόν ατελείωτη ποικιλία; Από πού έχει όλα τα υλικά της γνώσης; Σε αυτό απαντώ μονολεκτικά, από την εμπειρία· η γνώση μας θεμελιώνεται σε αυτή, και από αυτή πηγάζει τελικά η ίδια. (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 1, Ενότητα 2)

Επομένως, ο Λοκ είναι ξεκάθαρα «εμπειριστής», στο ότι βρίσκει μέσα στην εμπειρία την προέλευση όλων των αντικειμένων του ανθρώπινου νου. Η εμπειρία παρέχει ιδέες για τα «εξωτερικά αισθητά αντικείμενα» και «τις εσωτερικές λειτουργίες του δικού μας νου» και τίποτε άλλο. Αυτά τα αντικείμενα λοιπόν και οι λειτουργίες είναι

«οι πηγές της γνώσης, από τις οποίες πηγάζουν όλες οι ιδέες που έχουμε, ή μπορούμε φυσικώς να έχουμε» (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 1, Ενότητα 2).

Το πρώτο είδος ιδεών ο Λοκ θα το ονομάσει «ιδέες της αίσθησης» (ideas of sensation), το δεύτερο «ιδέες του αναστοχασμού» (ideas of reflection). Οι ιδέες της αίσθησης είναι ιστορικά οι πρώτες, αφού ο νους μπορεί να αρχίσει να λειτουργεί μόνο όταν αποκτήσει μια αρχική παροχή ιδεών, και μπορούμε να έχουμε ιδέες αναστοχασμού μόνο όταν υπάρχουν διανοητικές λειτουργίες επί των οποίων πρόκειται να αναστοχασθούμε.

Ο Λοκ περιέγραψε την ίδια την εμπειρία με βάση μια σαφή σύλληψη της ανθρώπινης φύσης. Θεωρούσε ότι τα ανθρώπινα όντα είχαν δημιουργηθεί από τον Θεό με σώματα που είναι «κατάλληλα» να λαμβάνουν πληροφορίες για τα εξωτερικά αντικείμενα μέσω των αισθήσεων (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 1, Ενότητα 24). Αποδέχτηκε επίσης την περιγραφή του φυσικού κόσμου από τους ατομιστές ως αποτελούμενο από μικροσκοπικά σωματίδια που επιφέρουν αλλαγές μέσω της κίνησής τους. (Αυτή η αρχαία άποψη υποστηρίχθηκε από τον κριτικό του Ντεκάρτ, Πιερ Γκασσεντί στη Γαλλία και τον συνάδελφο, της Royal Society, του Λοκ, Ρόμπερτ Μπόιλ στην Αγγλία.) Αν και δεν επιχείρησε να περιγράψει πώς λαμβάνει χώρα η διαδικασία, ο Λοκ πίστευε ότι οι ιδέες της αίσθησης είναι το προϊόν της δραστηριότητας των σωματιδίων, μέσω των οποίων οι ανθρώπινες αισθήσεις αλληλοδιαδρούν με τα αισθητά αντικείμενα.

Το αποτέλεσμα της σχέσης του σώματος με τα αισθητά αντικείμενα είναι η παραγωγή των

«εντυπώσεων (impressions) που δημιουργούνται στις αισθήσεις μας από αντικείμενα που είναι εξωγενή στο νου» (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 1, Ενότητα 24).

Αυτές οι εντυπώσεις με τη σειρά τους γεννούν

«την αντίληψη εκείνων των ιδεών που επισυνάπτονται σε αυτές» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 1, Ενότητα 24).

Στο Τμήμα 17 του Κεφαλαίου 11, ο Λοκ συγκρίνει την κατανόηση με ένα «σκοτεινό δωμάτιο», του οποίου τα μόνα «παράθυρα» που αφήνουν το «φως» είναι η εξωτερική και εσωτερική αίσθηση.

«Γιατί πιστεύω ότι η κατανόηση δεν είναι πολύ διαφορετική από μία ντουλάπα τελείως κλειστή από το φως, με λίγα μόνο ανοίγματα που έχουν απομείνει, για να επιτρέπουν τις εξωτερικές ορατές ομοιότητες ή ιδέες των εξωτερικών πραγμάτων.»

[id: AmbiguityIdea] Τώρα πρέπει να αντιμετωπίσουμε ένα ερμηνευτικό ζήτημα μεγάλης σημασίας. Ο Λοκ έχει ορίσει την «ιδέα» ως εκείνο στο οποίο αναφέρονται οι σκέψεις μας. Μπορούμε τώρα να πούμε ότι οι ιδέες είναι προϊόν δύο ειδών σκέψης: της αίσθησης και του αναστοχασμού. Τα αντικείμενα της αίσθησης είναι «εξωτερικά», ενώ τα αντικείμενα του αναστοχασμού είναι «εσωτερικά.» Αυτό φαίνεται σαν οι ιδέες της αίσθησης να είναι τα ίδια τα εξωτερικά αντικείμενα ή ίσως να είναι αυτά τα αντικείμενα όπως γίνονται αντιληπτά από το νου. (Για παράδειγμα, μια ιδέα μπορεί να είναι ένα τραπέζι ή μέρος του τραπεζιού που μπορώ να δω.)

Από την άλλη πλευρά, ο απολογισμός του Λοκ για την αντίληψη υποδηλώνει ότι οι ιδέες της αίσθησης είναι οι ίδιες «εσωτερικές» ή «στο νου». Είναι νοητικές οντότητες που είναι το τελικό αποτέλεσμα της διαδικασίας της αίσθησης. Ένα βίωμα του «λαμβάνειν υπόψιν» την εντύπωση απαιτείται για την αντίληψη. Για παράδειγμα, κάποιο που είναι βαθιά σε στοχασμό μπορεί να μην προσέξει τις «εντυπώσεις των ηχηρών σωμάτων που γίνονται πάνω στο όργανο της ακοής» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 9, Ενότητα 4). Γενικότερα, αυτό που συνήθως τείνει

να παράγει την ιδέα, αν και μεταφέρεται από το συνηθισμένο όργανο, αν δεν λαμβάνεται υπόψη από την κατανόηση, και έτσι δεν αποτυπώνει καμία ιδέα στο νου, δεν ακολουθεί καμία αίσθηση--έτσι ώστε οπουδήποτε υπάρχει αίσθηση ή αντίληψη, εκεί υπάρχει κάποια ιδέα που παράγεται ενεργεία και παρουσιάζεται στην κατανόηση. (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 9, Ενότητα 4)

Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο Λοκ λειτουργεί με μια έννοια της «ιδέας» που μπορεί να θεωρηθεί ότι αναφέρεται σε «εξωτερικά αισθητά αντικείμενα» ή να θεωρηθεί ότι αναφέρεται στα εσωτερικά προϊόντα των εξωτερικών αισθητών αντικειμένων.

Ο Λοκ αναγνώρισε αυτή την ασάφεια και την παραδέχτηκε με ειλικρίνεια. Δηλώνει ότι θα χρησιμοποιήσει τη λέξη «ιδέα» διφορούμενα για να αναφερθεί και στα δύο, στο «άμεσο αντικείμενο της αντίληψης», το οποίο ο νους «αντιλαμβάνεται στον εαυτό του» και στην ποιότητα που παράγει την ιδέα (με τη στενή έννοια):

«για τις οποίες ιδέες, εάν μιλάω μερικές φορές ως εάν να είναι στα ίδια τα πράγματα, θα πρέπει να κατανοηθώ ότι εννοώ εκείνες τις ποιότητες στα αντικείμενα που παράγουν τις ιδέες μέσα μας» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 8, Ενότητα 8).

Σε όλο το υπόλοιπο Δοκίμιο, ο Λοκ διατηρεί αυτή τη διφορούμενη χρήση.

Η σημασία αυτής της διάκρισης φαίνεται από την απάντηση του Λοκ στον Στίλινγκφλιτ που αναφέρθηκε παραπάνω. Η ακολούθηση του «τρόπου των ιδεών» θα ήταν αδιαμφισβήτητη εάν η «ιδέα» λαμβανόταν με τη γενικότερη έννοια, στην οποία ένα τραπέζι ή μια ποιότητα τραπεζιού μπορεί να είναι μια ιδέα. Αλλά ο «τρόπος των ιδεών» του Λοκ στις περισσότερες περιπτώσεις αντιμετωπίζει τις ιδέες ως αυτό που γίνεται αντιληπτό «από το νου», και η καθαρά νοητική κατάσταση αυτών των ιδεών γεννά σκεπτικιστικά προβλήματα--που κάποια βρίσκονται στον ίδιο τον Λοκ και άλλα προτάσσονται από τον Μπέρκλεϋ (https://hume.ucdavis.edu/phi022/berkeleyhead.html) και τον Χιουμ (https://hume.ucdavis.edu/phi022/humehead.html).

Απλές ιδέες

Έχοντας περιγράψει την προέλευση των ιδεών, ο Λοκ έστρεψε την προσοχή του στις ίδιες τις ιδέες. Περιέγραψε ορισμένες ιδέες ως απλές. Οι απλές ιδέες είναι «αμιγείς εμφανίσεις» (uncompounded appearances) (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 2, Ενότητα 1). Αυτές οι ομοιογενείς ιδέες, πρόσθεσε ο Λοκ, δεν είναι δική μας δημιουργία και δεν υπόκεινται σε καταστροφή από οποιοδήποτε ενέργημα του νου μας. Οι απλές ιδέες του Λοκ μοιάζουν πολύ με τα σωμάτια του Μπόιλ και των ατομιστών, και έχουν γίνει γνωστές ως «ψυχολογικά άτομα».

Οι απλές ιδέες ταξινομούνται με τον ακόλουθο τρόπο. (Η λίστα είναι μερική.)

  1. Απλές ιδέες της αίσθησης
    1. Κατάλληλες σε μία αίσθηση
      1. Κατάλληλες στην όραση
        1. Χρώμα
        2. Φως
      2. Κατάλληλες στην αφή
        1. Θερμότητα/Κρύο
        2. Στερεότητα
    2. Κοινές στην όραση και στην αφή
      1. Χώρος ή έκταση
      2. Φιγούρα ή σχήμα
      3. Κίνηση/Στάση
  2. Απλές ιδέες του αναστοχασμού
    1. Αντίληψη
    2. Βούληση
  3. Απλές ιδέες της αίσθησης και του αναστοχασμού
    1. Απόλαυση/Πόνος
    2. Δύναμη
    3. Ύπαρξη
    4. Ενότητα
    5. Διαδοχή

Αυτό το σύνολο των απλών ιδεών είναι αρκετή πρώτη ύλη για να εκτελέσει ο νους όλες τις λειτουργίες του. Θα επιστρέψουμε σε μερικές από αυτές τις απλές ιδέες αργότερα, αλλά πρέπει να σημειωθεί τώρα ότι όλες τους ανακαλύπτονται από την απλή παρατήρηση. Αν θέλεις να μάθεις τι είναι η στερεότητα, διευκρινίζει ο Λοκ, σφίξε μια μπάλα και νιώσε την αντίσταση (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 4, Ενότητα 6).

Ποιότητες

Στο Κεφάλαιο 8, ο Λοκ εισάγει την έννοια της ποιότητας. Ο πρώτος ορισμός της ποιότητας είναι ότι είναι μια δύναμη, σε ένα «υποκείμενο», να παράγει μια ιδέα στο νου. Μερικά σώματα λειτουργούν άμεσα στο νου μας για να παράγουν ιδέες, όπως όταν, ας πούμε, αγγίζεται ένα καυτό κομμάτι κεριού. Άλλα σώματα λειτουργούν έμμεσα στο νου μας, όπως ο ήλιος που θερμαίνει το κερί που είναι θερμό στην αφή. Αυτό είναι πολύ απλό. Αλλά όπως έχουμε δει, ο Λοκ μερικές φορές υποδηλώνει τις ποιότητες τού αντικειμένου χρησιμοποιώντας τη λέξη «ιδέα», που κάνει τη συζήτησή του κάπως περισσότερο δύσκολο να ακολουθηθεί.

Οι ποιότητες των σωμάτων χωρίζονται αρχικά σε δύο κατηγορίες: πρωτεύουσες και δευτερεύουσες. Σε δύο σημεία, ο Λοκ περιγράφει τις πρωτεύουσες ποιότητες ως ανήκουσες στα «στερεά μέρη» των σωμάτων (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 8, Ενότητες 23 και 26). Επομένως, ίσως είναι καλύτερο να στραφούμε στη συζήτηση, του Λοκ, της στερεότητας στο Κεφάλαιο 4, για να αποκτήσουμε κάποια εικόνα για το τι ονομάζει στο Κεφάλαιο 8 «πρωτεύουσες ποιότητες».

Η στερεότητα είναι

«Αυτό που . . . εμποδίζει την προσέγγιση δύο σωμάτων, όταν κινούνται το ένα προς το άλλο» (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 4, Ενότητα 1).

Ο Λοκ μας λέει ότι η στερεότητα

«από όλες τις άλλες, φαίνεται η ιδέα [ποιότητα] πιο στενά συνδεδεμένη με, και ουσιώδης για, το σώμα» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 4, Ενότητα 1).

Όλες οι «μάζες ύλης» που είναι αισθητά σώματα είναι στερεές, και ο νους προβάλλει αυτή την ποιότητα μέχρι το «ελάχιστο σωματίδιο της ύλης που μπορεί να υπάρξει» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 4, Ενότητα 1) Με αυτόν τον τρόπο, ο νους βρίσκει τη στερεότητα

«αναπόσπαστα εγγενή στο σώμα, οποτεδήποτε ή με όποιο τρόπο τροποποιημένο» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 4, Ενότητα 1).

Στο Κεφάλαιο 4, Ενότητα 1, ο Λοκ αναφέρει επίσης ότι η φιγούρα όπως και η στερεότητα μπορεί να «ανιχνευθεί» στα μικρότερα υλικά σωματίδια. Το κεφάλαιο 8 προσθέτει τρεις ακόμη ποιότητες αυτού του είδους: όγκος (bulk) (ή «έκταση»), κινητικότητα και αριθμός. Συνολικά, λοιπόν, αυτές είναι οι «πρωτεύουσες ποιότητες» των σωμάτων, που είναι

τέτοιες που είναι εντελώς αδιαχώριστες από το σώμα σε οποιαδήποτε κατάσταση κι αν είναι αυτό· τέτοιες που σε όλες τις μεταβολές και αλλαγές που το σώμα υφίσταται, παρά όλη τη δύναμη που μπορεί να χρησιμοποιηθεί, διατηρείται συνεχώς· και τέτοιες όπως η αίσθηση βρίσκει συνεχώς σε κάθε σωματίδιο ύλης που έχει αρκετό όγκο για να γίνει αντιληπτό· και ο νους βρίσκει αδιαχώριστες από κάθε μόριο της ύλης.

Στο παράδειγμα του Λοκ, ένα μόνο σώμα, ένας κόκκος σιταριού, μπορεί να χωριστεί σε δύο ή περισσότερα μικρότερα σώματα, αλλά καθένα από αυτά, λαμβανόμενο ως σώμα, έχει όλες τις πρωτεύουσες ποιότητες. Ο αριθμός καθενός από τα μικρότερα σωματίδια ατομικά είναι ένα, και μαζί είναι μια συγκεκριμένη ποσότητα μεγαλύτερη από ένα.

Φαίνεται ότι πρέπει να κατανοήσουμε τον Λοκ να λέει ότι κάθε σώμα έχει όλες τις πρωτεύουσες ποιότητες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. (Ο Ντεκάρτ θα αποκαλούσε τον τρόπο ύπαρξης των ποιοτήτων «τρόπους», αλλά ο Λοκ χρησιμοποιεί αυτή την έκφραση διαφορετικά.) Σε ένα σημείο, ο Λοκ αναφέρεται στις «τροποποιήσεις» των πρωτευουσών ποιοτήτων (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 8, Ενότητα 23). Σκεφτείτε τη φιγούρα. Η συγκεκριμένη φιγούρα ενός σώματος μπορεί να αλλάξει εάν τα μικρότερα μέρη της αναδιαταχτούν. Αλλά το σώμα δεν χάνει την ποιότητα του να έχει μια φιγούρα.

Ο Λοκ μερικές φορές αποκαλεί τις πρωτεύουσες ποιότητες «πραγματικές ποιότητες».

«Ο συγκεκριμένος όγκος, αριθμός, φιγούρα και κίνηση των μερών της φωτιάς ή του χιονιού είναι πραγματικά μέσα τους·» «υπάρχουν πραγματικά σε αυτά τα σώματα» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 8, Ενότητα 17).

Υποστήριξε περαιτέρω ότι οι (άμεσες) ιδέες, που έχουμε, των πρωτευουσών ποιοτήτων, μοιάζουν με τις ίδιες τις ποιότητες (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 8, Ενότητα 18).

Η βάση του ισχυρισμού του Λοκ φαίνεται να είναι αυτή. Οι πρωτεύουσες ποιότητες των σωμάτων είναι αδιαχώριστες από αυτά γιατί δεν μπορούμε να συλλάβουμε τα σώματα να υπάρχουν χωρίς αυτές. Αντιλαμβανόμαστε τα σώματα μέσω των ιδεών μας για τη φιγούρα, τον όγκο, τη στερεότητα κ.λπ., οπότε αν υπάρχουν σώματα, είναι ογκώδη, στερεά, και ούτω καθεξής. Εάν ένα πράγμα δεν συμμορφωνόταν με τις ιδέες που είναι αδιαχώριστες από αυτό, δεν θα ήταν ένα πράγμα. Πάρτε ως παράδειγμα τη φιγούρα, που υπάρχει σε ένα συγκεκριμένο σώμα, ένα κομμάτι μάννα. Ο Λοκ ισχυρίζεται ότι

«ένας κύκλος ή ένα τετράγωνο είναι τα ίδια, είτε στην ιδέα είτε στην ύπαρξη, είτε στο νου είτε στο μάννα» (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 8, Ενότητα 18).

Έτσι, αν συλλάβουμε το μάννα να είναι στρογγυλό, η στρογγυλότητα στη σύλληψή μας είναι όπως και η στρογγυλότητα σε ένα υπάρχον πράγμα.

Με αυτή την περιγραφή των πρωτευουσών ποιοτήτων πρόχειρη, μπορούμε να προχωρήσουμε στις δευτερεύουσες ποιότητες. Ένας τρόπος για να τις κατανοήσουμε είναι σε αντίθεση με τις πρωτεύουσες ποιότητες: δεν είναι αδιαχώριστες από τα σώματα, δηλαδή μπορούμε να συλλάβουμε σώματα που δεν τις έχουν. Τα σώματα έχουν δευτερεύουσες ποιότητες μόνο στο βαθμό που βρίσκονται σε σχέση με μια αντιλαμβάνουσα. Το χρώμα είναι μια δευτερεύουσα ποιότητα, και ο Λοκ υποστήριξε ότι ένα σώμα δεν έχει χρώμα όταν αυτό είναι στο σκοτάδι (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 8, Ενότητα 19).

Σύμφωνα με τον Λοκ, όλες οι αισθητές ιδέες (sensible ideas) μας παράγονται από τη δράση, αόρατων σωματιδίων ύλης (insensible particles of matter), στις φυσικές μας αισθήσεις. Αυτή η αλληλοδιάδραση, με τη σειρά της, βασίζεται στη διάρθρωση των σωματιδίων που συνθέτουν το σώμα που γίνεται αισθητά αντιληπτό. Κάθε σωμάτιο στη διάρθρωση έχει όλες τις πρωτεύουσες ποιότητες. Είναι μέσα από αυτές τις ποιότητες που είναι σε θέση να παράγει ιδέες για το σώμα.

Μερικές από τις ιδέες του σώματος εξαρτώνται ουσιωδώς από τον χαρακτήρα των αισθήσεων πάνω στις οποίες τα σώματα αφήνουν τις εντυπώσεις τους. Το μάτι λαμβάνει εντυπώσεις χρωμάτων, το αυτί ήχων, η μύτη οσμών, η γλώσσα γεύσεων. Από αυτές τις εντυπώσεις σχηματίζονται ιδέες. Αυτές είναι ιδέες των δευτερευουσών ποιοτήτων.

Μια δευτερεύουσα ποιότητα από μόνη της είναι μια δύναμη στο σώμα να παράγει αυτές τις ιδέες μέσα από τις δραστηριότητες των αόρατων μερών του, που

«λειτουργούν με ένα περίεργο τρόπο σε οποιαδήποτε από τις αισθήσεις μας, και έτσι παράγουν μέσα μας τις διαφορετικές ιδέες διαφόρων χρωμάτων, ήχων, οσμών, γεύσεων κ.λπ.» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 8, Ενότητα 23).

Υπάρχουν λοιπόν δύο έννοιες με τις οποίες οι δευτερεύουσες ποιότητες είναι δευτερεύουσες. Πρώτον, εξαρτώνται εξ ολοκλήρου από τις πρωτεύουσες ποιότητες, τις δυνάμεις των σωμάτων που βασίζονται στις πρωτεύουσες ποιότητες τους, και δεύτερον, ως αναγκαία εξαρτώμενες από τη σχέση του σώματος με ένα αισθητηριακό όργανο, παρά ως ένα χαρακτηριστικό του σώματος λαμβανόμενου καθεαυτού. Τα γενικά περιγράμματα της πρωταρχικότητας κάποιων ποιοτήτων έναντι άλλων εντοπίζονται στους αρχαίους ατομιστές καθώς και στους Ντεκάρτ, Γαλιλαίο και Μπόιλ.

Ο Λοκ παράθεσε διάφορα επιχειρήματα για να δείξει ότι η ιδέα της θερμότητας (και οι άλλες ιδέες δευτερευουσών ποιοτήτων) δεν μοιάζει με τη δύναμη στο σώμα που την παρήγαγε. Δύο από αυτά είναι γνωστά και θα χρησιμοποιηθούν αργότερα από τον Μπέρκλεϋ. Το πρώτο είναι ότι οι ιδέες των δευτερευουσών ποιοτήτων είναι σχετικές. Ο αέρας είναι δροσερός πριν από την προπόνηση και θερμός μετά, για παράδειγμα. Ωστόσο, δεν υπήρξε καμία αλλαγή στον ίδιο τον αέρα. Το μόνο που άλλαξε ήταν η κατάσταση του σώματος. Έτσι οι ιδέες της θερμότητας και του κρύου δεν θυμίζουν κάτι στον ίδιο τον αέρα.

Το δεύτερο επιχείρημα είναι ότι η θερμότητα και το κρύο (όπως και οι άλλες δευτερεύουσες ποιότητες) συνδέονται μοναδικά με την ευχαρίστηση και τον πόνο. Αναγνωρίζεται από όλα ότι οι ιδέες μας της ευχαρίστησης και του πόνου δεν μοιάζουν με οτιδήποτε στα σώματα. Αλλά η θερμότητα μπορεί να μετατραπεί ασυναίσθητα σε πόνο όταν αυξάνεται. Έτσι, η θερμότητα που νιώθουμε δεν είναι στο σώμα που ονομάζουμε «θερμό».

Ένα τρίτο είδος ποιότητας (μερικές φορές αποκαλείται «τριτογενής») είναι η δύναμη [τα σώματα] να παράγουν μια ιδέα έμμεσα, δημιουργώντας μια αλλαγή σε ένα σώμα που με τη σειρά του παράγει μια ιδέα στο νου. Άρα οι πρωτεύουσες ποιότητες του ήλιου έχουν τη δύναμη να προκαλούν αλλαγές στις θέσεις και τις κινήσεις των σωματιδίων που αποτελούν ένα κομμάτι κεριού, το οποίο στη συνέχεια μας δίνει μια ιδέα της θερμότητας (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 8, Ενότητα 23).

Δύναμη

Ίσως η πιο σημαντική απλή ιδέα είναι αυτή της δύναμης. Όπως έχουμε δει, ο Λοκ θεωρεί όλες τις ποιότητες ως δυνάμεις του ενός ή του άλλου είδους, έτσι η ιδέα της δύναμης φαίνεται να είναι ακόμη πιο θεμελιώδης από την ιδέα οποιασδήποτε από τις πρωτεύουσες ποιότητες. Αυτή η ιδέα συζητείται στο Βιβλίο II, Κεφάλαιο 21, που είναι το μεγαλύτερο κεφάλαιο του Δοκιμίου.

Η ιδέα της δύναμης προκύπτει όταν παρατηρούμε ένα μοτίβο επανάληψης. Μια ποιότητα ενός ορισμένου είδους ακολουθείται συνεχώς από μια άλλη ποιότητα ενός ορισμένου είδους. Μοτίβα διαδοχής βρίσκονται ανάμεσα στα αισθητά αντικείμενα και στον ίδιο το νου. Ο νους τότε συμπεραίνει

«από ό,τι έχει έτσι παρατηρήσει συνεχώς ότι ήταν, ότι παρόμοιες αλλαγές θα γίνουν στο μέλλον στα ίδια πράγματα, από παρόμοιους παράγοντες και με παρόμοιους τρόπους». (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 21, Ενότητα 1).

Από αυτό, έχουμε μια ιδέα για την δύναμη, που είναι η δυνατότητα αλλαγής μιας απλής ιδέας (ενεργητική δύναμη) και η δυνατότητα μια απλή ιδέα να αλλάξει (παθητική δύναμη).

Φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι η δύναμη είναι μια σύνθετη ιδέα, γιατί συσχετίζει το ένα πράγμα με το άλλο (την αιτία με το αποτέλεσμα). Ο Λοκ έχει δύο λόγους για να πιστεύει ότι η ιδέα είναι απλή. Πρώτον, όλες τις άλλες ιδέες που ταξινομεί ως «απλές» έχουν κάποια «μυστική σχέση» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 21, Ενότητα 3). Παραδείγματα είναι οι ιδέες της κίνησης (αλλαγή τής σχετικής θέσης) και της φιγούρας (τα μέρη της οποίας βρίσκονται σε σχέση το ένα με το άλλο). Ο δεύτερος λόγος είναι ότι είναι ένα

«κύριο συστατικό στις σύνθετες ιδέες μας για τις υποστάσεις» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 21, Ενότητα 3).

Ο Λοκ γράφει σαν να μπορούσαμε να παρατηρήσουμε την ίδια τη δύναμη. Ο νους παρατηρεί αλλαγές

«μερικές φορές από την εντύπωση εξωτερικών αντικειμένων στις αισθήσεις και μερικές φορές από έναν προσδιορισμό της δικής του επιλογής» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 21, Ενότητα 1).

Αλλά ο Χιουμ θα ρωτήσει πώς μπορούμε να έχουμε την ιδέα μιας «εντύπωσης» ή ενός «προσδιορισμού», αφού το μόνο που πραγματικά παρατηρούμε είναι μια διαδοχή.

Ο Λοκ πίστευε ότι οι νόες προσφέρουν την καλύτερη ιδέα της ενεργητικής δύναμης, αφού δεν έχουμε καμία ιδέα για το πώς τα σώματα είναι σε θέση να ξεκινήσουν αλλαγές σε άλλα σώματα. Εφόσον τα σώματα επικοινωνούν μόνο παθητικά την κίνηση,

«αυτό μας δίνει μια πολύ ασαφή ιδέα μιας ενεργητικής δύναμης κίνησης σε ένα σώμα, ενώ το παρατηρούμε μόνο να μεταφέρει αλλά να μην παράγει κίνηση» (Ενότητα 4).

Από την άλλη πλευρά,

«βρίσκουμε από την εμπειρία ότι, είτε απλώς θέλοντάς το, είτε απλώς με μια σκέψη του νου, μπορούμε να κινήσουμε τα μέρη του σώματός μας που ήταν πριν σε ηρεμία» (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 21, Ενότητα 4).

Μπορούμε επίσης να παρατηρήσουμε την παραγωγή σκέψεων στο νου μας με τη θέληση να τις σκεφτούμε.

Η δύναμη παραγωγής κίνησης στο σώμα και σκέψεων στο νου είναι αυτό που ο Λοκ κάλεσε θέληση (will). Άρα η θέληση είναι ενεργή δύναμη. Οι ατομικές βουλήσεις ή βουλητικά ενεργήματα συμβαίνουν όταν ο νους ασκεί τη δύναμή του. Οι φιλόσοφοι έχουν απασχοληθεί με το ερώτημα αν η θέληση είναι ελεύθερη, αλλά ο Λοκ πίστευε ότι αυτή είναι μια άστοχη ερώτηση, δεδομένου του απολογισμού του της θέλησης. Η ελευθερία είναι ένα χαρακτηριστικό ενός νου, στο ότι μπορούμε

«να σκεφτούμε ή να μην σκεφτούμε, να κινηθούμε ή να μην κινηθούμε, σύμφωνα με την προτίμηση ή την κατεύθυνση του νου μας» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 21, Ενότητα 8).

Το να αποδώσουμε λοιπόν ελευθερία στη θέληση θα ήταν να αποδώσουμε μια δύναμη σε μια δύναμη. Ο Λοκ το περιέγραψε αυτό με βάση αυτό που ονομάζουμε τώρα (μετά τον Gilbert Ryle) ένα «κατηγορικό λάθος», (http://plato.stanford.edu/entries/categories/#RylMetDisCat) παρόμοιο με το να πούμε ότι ο ύπνος είναι γρήγορος ή η αρετή είναι τετράγωνη.

Ο Λοκ κατανοούσε την ανθρώπινη ελευθερία ως την ικανότητα του νου να επιφέρει αλλαγή βασισμένος αποκλειστικά σε αυτό που προτιμά να συμβαίνει. Αν λοιπόν ένα πρόσωπο δεν μπορεί να κινήσει το χέρι του επειδή είναι αλυσοδεμένο σε έναν τοίχο, το πρόσωπο δεν είναι ελεύθερο από αυτή την άποψη. Τώρα μπορεί να ισχύει ότι το πρόσωπο στις αλυσίδες δεν έχει καμία επιθυμία ή προτίμηση να κινήσει καθόλου το χέρι του. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ελεύθερα σε ηρεμία, αφού δεν θα μπορούσε να εκτελέσει την εντολή αν ταίριαζε στις προτιμήσεις του. Έτσι, ό,τι είναι εκούσιο, δηλ. αυτό που συμμορφώνεται με τις προτιμήσεις μας, δεν συμπίπτει πάντα με ό,τι είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε.

Έχουμε δει ότι ο Λοκ θεώρησε ότι ήταν λάθος να σκεφτούμε ότι τα ατομικά βουλητικά ενεργήματα είναι ελεύθερα. Η λεπτομερής περιγραφή του της βούλησης δείχνει πιο συγκεκριμένα γιατί συμβαίνει αυτό. Πρώτον, η κατανόησή μας προτείνει μια δράση στις σκέψεις μας. Η αυτόματη απάντησή μας είναι να προτιμάμε να δρούμε ή να απέχουμε από τη δράση. Εάν προτιμούμε να δράσουμε, θα το κάνουμε πάντα.

Γιατί είναι αναπόφευκτα αναγκαίο να προτιμάει την εκτέλεση μιας πράξης ή την αποχή από μια πράξη, που είναι στη δύναμη ενός ανθρώπου, που κάποτε προτείνεται στις δικές του σκέψεις. Ένας άνθρωπος πρέπει αναγκαία να θέλει τη μία ή την άλλη από αυτές, πάνω στην προτίμηση ή βούληση της οποίας, η πράξη ή η αποχή της ακολουθεί σίγουρα και είναι αληθινά εκούσια. Αλλά το ενέργημα της βούλησης, ή της προτίμησης της μίας από τις δύο, όντας αυτό που δεν μπορεί να αποφύγει, ένας άνθρωπος, σε σχέση με την βούλησή του, υπόκειται σε μια αναγκαιότητα, και έτσι δεν μπορεί να είναι ελεύθερος, εκτός αν η αναγκαιότητα και η ελευθερία μπορούν να συνίστανται μαζί και ένας άνθρωπος να μπορεί να είναι ελεύθερος και δεσμευμένος ταυτόχρονα. (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 21, Ενότητα 23)

Αυτός ο απολογισμός δείχνει ότι η ελευθερία ενός ανθρώπινου όντος είναι μιας αρκετά αδύναμης ποικιλίας. Είναι στην πραγματικότητα μόνο η απουσία εμποδίων για τη επιτέλεση των προτιμήσεών μας. Αλλά οι ίδιες οι προτιμήσεις μας καθορίζονται από την παρούσα κατάστασή της ανησυχίας μας. Θα προτιμήσουμε να δράσουμε μόνο όταν αισθανθούμε ότι η παρούσα κατάσταση είναι πολύ άβολη για να αποφευχθεί η δράση. Η ανθρώπινη ελευθερία δεν στηρίζεται στην επιλογή των προτιμήσεων. Αντίθετα, δείχνει τον εαυτό της στις ορθολογικές συζητήσεις μας. Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει μια κατάσταση που θέλουμε να αλλάξουμε. Ενδέχεται να αναστείλουμε οποιαδήποτε δράση που αποσκοπεί στην πραγματοποίηση της αλλαγής προκειμένου να αξιολογήσουμε τον καλύτερο τρόπο για να ανακουφίσουμε την ταλαιπωρία μας με το status quo.

Αυτό, μου φαίνεται, είναι το μεγάλο προνόμιο των πεπερασμένων πνευματικών όντων· και επιθυμώ να εξεταστεί καλά αν η μεγάλη εισροή και η ενάσκηση όλων των ελευθεριών που έχουν οι άνθρωποι, που είναι ικανοί για αυτές, ή που μπορεί να είναι χρήσιμες σε αυτούς, και αυτό από το οποίο εξαρτάται η εξέλιξη των πράξεων τους, δεν έγκειται σε αυτό, ότι μπορούν να αναστείλουν τις επιθυμίες τους, και να τις εμποδίσουν να καθορίσουν τις βουλήσεις τους για οποιαδήποτε πράξη, έως ότου έχουν πλήρως και δεόντως εξετάσει το καλό και το κακό αυτής της πράξης, στο βαθμό που απαιτεί η βαρύτητα του θέματος. (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 21, Ενότητα 52)

Σύνθετες ιδέες

Οι απλές ιδέες είναι τα δομικά στοιχεία των σύνθετων ιδεών, που σχηματίζονται εκούσια από το νου. Ο Λοκ περιγράφει τρεις διαδικασίες για το σχηματισμός σύνθετων ιδεών:

  • Συνδυασμός
  • Συσχέτιση
  • Αφαίρεση

Αυτές οι διαδικασίες θα σημειωθούν καθώς εξετάζουμε τα τρία είδη σύνθετων ιδεών. Είναι ιδέες για:

  • Τρόπους
  • Υποστάσεις
  • Σχέσεις

Ο Λοκ περιέγραψε τους τρόπους ως ιδέες που

«δεν περιέχουν μέσα τους την υπόθεση ότι διατηρούνται από μόνες τους, αλλά θεωρούνται ως εξαρτώμενες από, ή ως παθήματα υποστάσεων» (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 12, Ενότητα 4).

Μερικοί σημαντικοί «απλοί» τρόποι είναι η απόσταση (τρόπος χώρου), ο χρόνος (τρόπος διάρκειας), το πεπερασμένο και το άπειρο (τρόπος αριθμού), το καλό και το κακό (τρόποι ηδονής και πόνου, αντίστοιχα). Ανάμεσα στους «μεικτούς» τρόπους είναι η ομορφιά (ένας τρόπος ενός αριθμού διαφορετικών ποιοτήτων). Οι ιδέες των υποστάσεων

«θεωρούνται ότι αναπαριστάνουν διακριτά καθέκαστα πράγματα που υπάρχουν από μόνα τους» (Βιβλίο ΙΙ, Κεφάλαιο 12, Ενότητα 6).

Οι σχέσεις των οποίων έχουμε ιδέες μπορεί να είναι μεταξύ ιδεών των τρόπων, μεταξύ ιδεών των υποστάσεων ή μεταξύ ιδεών των τρόπων και των ιδεών των υποστάσεων.

Υποστάσεις

Το μόνο είδος σύνθετων ιδεών που θα συζητήσουμε εδώ είναι αυτό των υποστάσεων. Αυτές οι ιδέες είναι συνδυασμοί απλών ιδεών που υποτίθεται ότι ανήκουν μαζί για να συνθέσουν ένα πράγμα. Δημιουργούμε ονόματα για αυτές τις ιδέες, όπως «ένα γουρούνι» ή «ένα πλοίο», και μπαίνουμε στον πειρασμό να σκεφτούμε ότι αυτά τα ονόματα αντιπροσωπεύουν απλές ιδέες και όχι συνδυασμούς.

Οι ιδέες για τις υποστάσεις μπορεί να είναι ειδικές ή γενικές. Η ιδέα μιας ειδικής υπόστασης είναι η ιδέα ενός συγκεκριμένου, ατομικού πράγματος όπως ο νους του Τζον Λοκ ή ο νους του Ρόμπερτ Μπόιλ. Όταν λέμε ότι είναι και οι δύο υποστάσεις, οδηγούμαστε στο να ρωτήσουμε τι κοινό έχουν που τους κάνει και τους δύο υποστάσεις. Κάτι που μοιράζονται είναι η δύναμη να σκέφτονται και η δύναμη να δρουν. Αλλά δεν είναι αυτά που μας ωθούν να τους αποκαλούμε υποστάσεις. Μάλλον, είναι επειδή οι ιδέες αυτών των δυνάμεων υποτίθεται ότι εμφανίζονται μαζί για να φτιάξουν ένα μόνο πράγμα -- ένα νου.

Οδηγούμαστε τώρα στο να ρωτήσουμε γιατί συνδυάζουμε αυτές τις δυνάμεις στην ιδέα ενός ενικού πράγματος. Ο Λοκ λέει ότι ο λόγος είναι ότι έχουμε μια ιδέα της «υπόστασης γενικά», που είναι «στήριγμα» των δυνάμεων ή των ποιοτήτων που έχουν οι ειδικές υποστάσεις. Η έννοιά μας της υπόστασης εν γένει είναι μόνο μια σχετική έννοια, καθώς δεν μπορούμε να πούμε κάτι περισσότερο για την υπόσταση εν γένει εκτός από το ότι είναι οτιδήποτε ενώνει δυνάμεις ή ποιότητες σε ένα πράγμα. Αν ρωτηθούμε τι είναι αυτό που στηρίζει τις δυνάμεις και τις ποιότητες ενός πράγματος, μπορούμε μόνο να απαντήσουμε ότι είναι «κάτι, δεν γνωρίζω τι.» Αυτή η καθαρά σχετική σύλληψη τής υπόστασης θα δεχόταν ισχυρή επίθεση από τον Τζορτζ Μπέρκλεϋ.

Στο Βιβλίο ΙΙΙ, Κεφάλαιο 6 του Δοκιμίου, ο Λοκ περιέγραψε έναν άλλο τρόπο αντιμετώπισης των ιδεών μας για τις υποστάσεις. Κατατάσσουμε τις ατομικές υποστάσεις σε είδη: αυτό το ψήγμα και αυτό το δαχτυλίδι είναι και τα δύο χρυσά. Τους αποδίδουμε μια ουσία, κάποιες δυνάμεις ή ποιότητες χωρίς τις οποίες δεν θα ήταν το είδος πραγμάτων που είναι. Αυτό μας επιτρέπει να χωρίσουμε τον κόσμο σε αυτά που ονομάζουμε τώρα «φυσικά είδη». Για παράδειγμα, ο χρυσός είναι ένα μέταλλο με ένα διακριτό κιτρινωπό χρώμα, το οποίο μπορεί να σχηματιστεί σε διαφορετικά σχήματα ή να καλουπωθεί με τήξη, το οποίο μπορεί να διαλυθεί από ορισμένα οξέα κ.λπ. Ο Λοκ το αποκαλεί αυτό «ονομαστική» ουσία του χρυσού, αυτό που μας επιτρέπει να επισυνάψουμε το όνομα «χρυσός» σε καθέκαστα αντικείμενα που συναντάμε. Αλλά ο χρυσός έχει και μια πραγματική ουσία, αυτή που είναι υπεύθυνη για τις παρατηρήσιμες ποιότητες που εισέρχονται στην ονομαστική ουσία. Αυτή η πραγματική ουσία θα βρισκόταν στα σωματίδια που συνθέτουν τα χρυσά αντικείμενα, όπου θα μπορούσαμε να τα παρατηρήσουμε. Αλλά δεν μπορούμε. Η πραγματική ουσία των πραγμάτων είναι αρκετά άγνωστη σε εμάς και μπορεί πάντα να ξεφύγει από την σύλληψή μας. Αυτή είναι μια σκεπτικιστική συνέπεια του εμπειρισμού του Λοκ.

Γνώση

Έχοντας ρίξει μια ματιά στη θεωρία των ιδεών του Λοκ, μπορούμε τώρα να ρίξουμε μια σύντομη ματιά στη θεωρία του για τη γνώση. Εδώ βρίσκουμε μια άλλη σκεπτικιστή συνέπεια του εμπειρισμού τού Λοκ. Ο Λοκ συμπεραίνει ότι η ανθρώπινη γνώση είναι κάπως περιορισμένη, δεδομένων των «στενών εξόδων» των αισθήσεων μέσω των οποίων λαμβάνουμε όλες τις πληροφορίες μας για τον κόσμο έξω από εμάς.

Ο Λοκ όρισε τη γνώση ως την αντίληψη της συμφωνίας ή της διαφωνίας των ιδεών μεταξύ τους. Σε πολλές περιπτώσεις μπορούμε να προσδιορίσουμε απλώς εξετάζοντας τις ίδιες τις ιδέες εάν συμφωνούν ή διαφωνούν, και σε αυτές τις περιπτώσεις έχουμε γνώση. Αλλά αν δεν μπορούμε να εντοπίσουμε από τις ιδέες τις ίδιες εάν συνδέονται ή δεν μπορούν να συνδεθούν, μπορούμε μόνο να έχουμε απόψεις για το αν είναι, και μας λείπει η γνώση. Έτσι όταν έχουμε γνώση θα εξαρτηθεί από το ποιες σχέσεις μεταξύ των ιδεών είναι ανοιχτές για ανακάλυψη από τον ανθρώπινο νου.

Ο Λοκ μέτρησε ακριβώς τέσσερις τύπους συμφωνίας ή διαφωνίας (Βιβλίο II, Κεφάλαιο 1).

  • Ταυτότητα ή διαφορετικότητα
  • Σχέση
  • Συνύπαρξη ή μη-συνύπαρξη
  • Πραγματική ύπαρξη

Το αν δύο ιδέες είναι ίδιες ή διαφορετικές μπορεί να καθοριστεί απλώς από επιθεώρηση. Μπορούμε απλώς να δούμε ότι το μαύρο δεν είναι άσπρο, για παράδειγμα. Ενώ αυτή είναι η πηγή πολλών γνώσεων, δεν είναι πολύ κατατοπιστική. Θέλουμε να μπορούμε να πούμε κάτι θετικό ακόμα και όταν υπάρχει διαφωνία μεταξύ των ιδεών. Δύο ιδέες που αποκλείουν η μία την άλλη μπορεί ακόμη να σχετίζονται. Οι ιδέες του Σωκράτη και του Πλάτωνα είναι διαφορετικές, αλλά συμφωνούν στο ότι και οι δύο είναι φιλόσοφοι και διαφωνούν στο ότι ο Σωκράτης είναι μεγαλύτερος από τον Πλάτωνα. Ένα ακόμη πιο κατατοπιστικό είδος συμφωνίας αφορά ποιες ιδέες πάντα συνοδεύουν η μία την άλλη. Όπως και στο παράδειγμα στην τελευταία ενότητα, λέμε ότι ένας αριθμός δυνάμεων και ποιοτήτων πάνε μαζί για να συνθέσουν την ιδέα του χρυσού. Όπως σημειώνει ο Λοκ, αυτή η συμφωνία συνύπαρξης είναι πραγματικά μια μορφή σχέσης, η οποία ξεχωρίζεται λόγω της σημασίας της.

Ο τελικός τύπος συμφωνίας είναι αρκετά διαφορετικός σε είδος από τους πρώτους τρεις. Καθένας από αυτούς περιλάμβανε μια σύγκριση ιδεών που υπήρχαν στο δικό μας νου. Ο Λοκ ισχυρίζεται ότι έχουμε γνώση της πραγματικής ύπαρξης όταν μια ιδέα αντιστοιχεί σε ένα πραγματικά υπάρχον πράγμα. Αλλά το υπάρχον πράγμα δεν είναι ιδέα, επομένως αυτό φαίνεται να παραβιάζει τον ορισμό της γνώσης ως αντίληψη της συμφωνίας ή της διαφωνίας των ιδεών, λαμβανόμενων με την έννοια των άμεσων αντικειμένων της σκέψης. Αν όμως έπρεπε να σκεφτούμε τη γνώση ως συμφωνία των εσωτερικών ιδεών με τις ιδέες που ερμηνεύονται ως ποιότητες των αντικειμένων, τότε υπάρχει το ερώτημα πώς θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχει μια τέτοια συμφωνία, όταν το μόνο πράγμα μπροστά στο νου είναι οι εσωτερικές ιδέες. Εδώ έχουμε τον μοιραίο σπόρο του σκεπτικισμού τον οποίο παρατήρησε ο Μπέρκλεϋ, τον εκμεταλλεύτηκε ο Χιουμ και τον κατήγγειλε ο Ριντ.

Πέρα από την ταξινόμηση των τύπων συμφωνίας και διαφωνίας των ιδεών, υπάρχει μια περαιτέρω διάκριση που γίνεται στο Κεφάλαιο 2 σχετικά με τους «βαθμούς» της γνώσης. Ο βαθμός γνώσης είναι ο βαθμός της ασφάλειας που έχουμε στην αντίληψη συμφωνίας ή διαφωνίας των ιδεών. Υπάρχουν τρεις βαθμοί, που παρατίθενται με φθίνουσα σειρά ασφαλείας.

  • Εποπτική γνώση
  • Αποδεικτική γνώση
  • Αισθητηριακή γνώση

Η εποπτική γνώση παρέχει τον μέγιστο βαθμό ασφάλειας και είναι το θεμέλιο κάθε άλλης γνώσης. Εδώ ο Λοκ ακούγεται σαν τον Ντεκάρτ και το «φως της φύσης» του. Κάποιες αντιλήψεις μάς γεμίζουν με ένα καθαρό φως, είναι ακαταμάχητες, επιβάλλονται πάνω μας όπως το λαμπρό φως του ήλιου. Μπορούμε να γνωρίζουμε κάποιες σχέσεις ιδεών εποπτικά. Το μόνο πράγμα του οποίου την πραγματική ύπαρξη γνωρίζουμε εποπτικά είναι ο εαυτός μας.

Η αποδεικτική γνώση είναι πολύ ασφαλής, αλλά περιλαμβάνει ενδιάμεσα βήματα. Κάθε βήμα μιας απόδειξης είναι γνωστό εποπτικά, αλλά καθώς η απόδειξη συνεχίζεται, η λάμψη των προηγούμενων βημάτων μειώνεται. Η μαθηματική γνώση είναι αποδεικτική, όπως και η γνώση της ηθικής. Παραδόξως, ο Λοκ υποστήριξε ότι μπορούμε ακόμη και να αποδείξουμε τις ιδιότητες των χρωμάτων. (Εδώ είναι ένα δυνατό παράδειγμα τέτοιας απόδειξης. Κάποιο παρατηρεί ότι η απόχρωση Α του κόκκινου είναι πιο βαθιά από την απόχρωση Β. Τότε βλέπει ότι η απόχρωση Β είναι βαθύτερη από την απόχρωση Γ και ότι η απόχρωση Γ είναι βαθύτερη από την απόχρωση Δ. Χωρίς να έχουμε το Α και το Δ στη θέα, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η απόχρωση Α είναι βαθύτερη από την απόχρωση Δ.) Το μόνο ον του οποίου την πραγματική ύπαρξη γνωρίζουμε αποδεικτικά είναι ο Θεός.

Το «αποδεικτικό» επιχείρημα του Λοκ για την ύπαρξη του Θεού στο Κεφάλαιο 10 είναι αρκετά μη πειστικό. Ξεκινά με την εποπτική βεβαιότητα ότι ένα πραγματικό ον δεν μπορεί να παραχθεί από το τίποτα. Δεδομένου ότι κάτι υπάρχει (για παράδειγμα, ο ίδιος), έπεται ότι δεν υπάρχει χρόνος κατά τον οποίο δεν υπήρχε κάτι. Διότι ό,τι τον παρήγαγε πρέπει να υπήρχε σε ένα προηγούμενο χρόνο, και αν κάτι το παρήγαγε, θα υπήρχε σε ένα προηγούμενο χρόνο, κλπ. Σε αυτό το σημείο, ο Λοκ είναι ένοχος λογικής πλάνης. Συμπεραίνει από τον ισχυρισμό ότι κάθε φορά υπάρχει κάτι που υπάρχει, το συμπέρασμα ότι υπάρχει κάτι (ένα ενικό πράγμα, το οποίο αργότερα ταυτίζει με τον Θεό) που υπάρχει κάθε φορά.

Η αισθητηριακή γνώση αντιπροσωπεύει τον χαμηλότερο βαθμό ασφάλειας.

«Πηγαίνοντας πέρα από την ελάχιστη πιθανότητα και όμως μη φτάνοντας τέλεια σε κανέναν από τους δύο προηγούμενους βαθμούς βεβαιότητας, [αυτή] περνά κάτω από το όνομα της γνώσης» (Βιβλίο IV, Κεφάλαιο 3, Ενότητα 13).

Σύμφωνα με τον Λοκ, έχουμε αισθητηριακή γνώση όταν ένα αντικείμενο ασκεί τη δύναμή του στο νου μας να παράγει απλές ιδέες των ποιοτήτων του και τη σύνθετη ιδέα του εαυτού του ως μια υπόσταση. Όταν όμως παύουμε να επηρεαζόμαστε από το αντικείμενο, δεν έχουμε πια γνώση, αλλά μόνο πιθανότητα. Έτσι εκτός από τον εαυτό μας και το Θεό, γνωρίζουμε μόνο την ύπαρξη των αισθητών πραγμάτων που επί του παρόντος αντιλαμβανόμαστε. Προσθέστε σε αυτό την άγνοιά μας για τις πραγματικές ουσίες των σωμάτων, και οι γνώσεις μας γι' αυτά είναι πολύ πενιχρές.

Ο παρακάτω πίνακας συνοψίζει εν συντομία τη θεώρηση τής γνώσης τού Λοκ. «Όλες οι ιδέες» υποδεικνύουν ότι είναι δυνατό να έχουμε αυτό το είδος γνώσης σχετικά με οποιεσδήποτε δύο ιδέες. Το «καμία ιδέα» υποδηλώνει ότι δεν είναι δυνατόν να αντιληφθούμε δύο ιδέες να συμφωνούν ή να διαφωνούν με τον τρόπο που υποδεικνύεται. Στην περίπτωση της εποπτικής και αποδεικτικής γνώσης της πραγματικής ύπαρξης, παρατίθενται τα μόνα αντικείμενα γνώσης. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, δίνεται ένα μόνο παράδειγμα.

Ταυτότητα Σχέσεις Συνύπαρξη Πραγματική Ύπαρξη
Εποπτική Όλες οι ιδέες 3 > 2 Ό,τι έχει φιγούρα εκτείνεται Ο εαυτός μου
Αποδεικτική Καμία ιδέα Πυθαγόρειο θεώρημα ; Θεός
Αισθητηριακή Καμία ιδέα Καμία ιδέα ; Βρίσκομαι απέναντι σε ένα δέντρο
Generated at: 2025-01-19 23:01:36