Created Τρίτη 02 Σεπτεμβρίου 2025
Μετάφραση του: Jonas Čeika - Marx was not a “statist” | libcom.org
Δείτε το βίντεο του CCK Philosophy (https://youtu.be/rRXvQuE9xO4?si=Wj1Jw7UumpV0SEM4), από το οποίο χρησιμοποιείται αυτό το γραπτό.
Ο Jonas Čeika είναι συγγραφέας με έδρα τη Νορβηγία. Σπούδασε φιλοσοφία στο NTNU και είναι ο δημιουργός του καναλιού CCK Philosophy στο YouTube, το οποίο έχει πάνω από 170.000 συνδρομητές και εστιάζει σε πολιτική, φιλοσοφία και κριτική θεωρία.
Υπάρχει μία πολύ διαδεδομένη παραδοχή, που αναπαράγεται σε όλο το πολιτικό φάσμα, τόσο από Μαρξιστές όσο και από αντι-Μαρξιστές, ότι για τον Μαρξ ο σοσιαλισμός αφορά τον κρατικό έλεγχο, ή τουλάχιστον προϋποθέτει τον κρατικό έλεγχο.
Και αυτό δεν είναι τόσο παράξενο. Άλλωστε, στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, το πιο πολυδιαβασμένο κείμενο των Μαρξ και Ένγκελς, ο Μαρξ παραθέτει 10 μέτρα που πρέπει να εφαρμοστούν αμέσως μετά την κατάληψη της κρατικής εξουσίας από την εργατική τάξη, και αυτά περιλαμβάνουν μαζικές εθνικοποιήσεις και αυστηρή κεντρικοποίηση. Προφανώς, αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς κράτος.
Όμως, πριν ασχοληθούμε με αυτό, ας γυρίσουμε λίγο προς τα πίσω για τους αρχάριους και ας ξεκινήσουμε με κάτι που ήδη γνωρίζουν οι περισσότεροι Μαρξιστές. Για τον Μαρξ, το κράτος είναι κάτι που πρέπει τελικά να καταργηθεί. Άλλωστε, ο κομμουνισμός είναι μια κοινωνία χωρίς τάξεις, χωρίς χρήμα, και βεβαίως χωρίς κράτος. Για εκείνον, η ύπαρξη του κράτους προϋποθέτει αναγκαστικά πολιτική αλλοτρίωση. Αυτό συμβαίνει επειδή οι κοινωνικές δυνάμεις που αναπτύσσουν οι άνθρωποι μεταξύ τους αλλοτριώνονται από αυτούς μέσω της μεταβίβασής τους στο κράτος, και έτσι όλες οι πράξεις τους μεσολαβούνται από τις κρατικές γραφειοκρατίες. Ήδη από το 1844, όταν έγραψε την Κριτική της φιλοσοφίας του δικαίου του Χέγκελ, έλεγε ότι «Στην αληθινή δημοκρατία το πολιτικό κράτος εξαφανίζεται». Ωστόσο, όπως λέει το κοινό αφήγημα, πριν το κράτος μπορέσει να καταργηθεί, πρέπει πρώτα να καταληφθεί από την εργατική τάξη, να αξιοποιηθεί για να εγκαθιδρυθεί ο σοσιαλισμός, και όταν ο κομμουνισμός θα βρίσκεται στον ορίζοντα, το κράτος θα απονεκρωθεί φυσικά.
Έτσι, έχουμε το κοινό αφήγημα που βλέπουμε παντού στο διαδίκτυο. Πρώτα έχουμε τον καπιταλισμό – αγορές, κράτος, τάξεις και όλα αυτά. Μετά, ο σοσιαλισμός εμφανίζεται όταν οι εργάτες παίρνουν την εξουσία – υπό τον σοσιαλισμό, εξακολουθούν να υπάρχουν κράτος και τάξεις, αλλά στην εξουσία βρίσκεται η εργατική τάξη. Τέλος, μόλις η αστική τάξη ηττηθεί, οι τάξεις, το χρήμα και το κράτος εξαφανίζονται οριστικά, και έχουμε κομμουνισμό. Αυτό είναι ένα εξαιρετικά κοινό αφήγημα, αλλά δεν είναι το αφήγημα του Μαρξ.
Πρώτα απ’ όλα, για να αποφευχθεί η σύγχυση, πρέπει να τονίσουμε ότι ο Μαρξ ποτέ δεν διέκρινε ανάμεσα σε σοσιαλισμό και κομμουνισμό με την έννοια ότι ο πρώτος προηγείται και ο δεύτερος έπεται. Δεν χρησιμοποιούσε συχνά τη λέξη «σοσιαλισμός», προτιμούσε τον όρο «κομμουνισμός», και όταν τη χρησιμοποιούσε, συνήθως την ενάλλασσε με τον κομμουνισμό, όπως γενικά εναλλάσσονταν στη σοσιαλιστική θεωρία της εποχής του.
Οι μόνες φορές που ο Μαρξ ή ο Ένγκελς πραγματικά διέκριναν τον σοσιαλισμό από τον κομμουνισμό ήταν όταν χρησιμοποιούσαν τον όρο «σοσιαλισμός» για να αναφερθούν σε σοσιαλιστικές τάσεις με τις οποίες διαφωνούσαν. Για παράδειγμα, σε έναν πρόλογο του Κομμουνιστικού Μανιφέστου, αυτοί οι δύο λένε:
«Το 1847, ο σοσιαλισμός ήταν ένα κίνημα της μεσαίας τάξης, ο κομμουνισμός ένα κίνημα της εργατικής τάξης. Ο σοσιαλισμός ήταν, τουλάχιστον στην ήπειρο, “ευυπόληπτος”· ο κομμουνισμός ήταν το ακριβώς αντίθετο. Και καθώς η αντίληψή μας, από την αρχή, ήταν ότι “η απελευθέρωση της εργατικής τάξης πρέπει να είναι έργο της ίδιας της εργατικής τάξης”, δεν μπορούσε να υπάρξει καμία αμφιβολία για το ποιο από τα δύο ονόματα έπρεπε να πάρουμε. Επιπλέον, έκτοτε, ήμασταν πολύ μακριά από το να το αποκηρύξουμε».
Η διαδεδομένη διάκριση ανάμεσα σε σοσιαλισμό και κομμουνισμό, σύμφωνα με την οποία ο σοσιαλισμός έρχεται πρώτος και μετά οδηγεί στον κομμουνισμό, δημοφιλοποιήθηκε από τον Λένιν. Τώρα, υπάρχει βέβαια μία σημαντική διάκριση που ΈΚΑΝΕ όντως ο Μαρξ, στην Κριτική του Προγράμματος της Γκότα, όπου διακρίνει ανάμεσα σε κατώτερη φάση κομμουνισμού και ανώτερη φάση κομμουνισμού. Στην κατώτερη φάση, οι άνθρωποι πρέπει να εργάζονται για δελτία εργασίας – αυτά δεν είναι το ίδιο με το χρήμα γιατί δεν μπορούν να συσσωρευτούν – μοιάζουν κάπως με εισιτήριο κινηματογράφου – το χρησιμοποιείς μία φορά και μετά καθίσταται άκυρο – και επειδή δεν μπορούν να συσσωρευτούν δεν μπορούν να μετατραπούν σε κεφάλαιο, άρα δεν είναι καπιταλιστικά. Αυτά τα δελτία εργασίας μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ανταλλαγή διαφόρων προϊόντων. Με άλλα λόγια, η κατώτερη φάση του κομμουνισμού εξακολουθεί να περιέχει υλικά κίνητρα για εργασία, καθώς ο αριθμός των δελτίων εργασίας που λαμβάνει κανείς εξαρτάται από τις ώρες εργασίας. Όταν η κοινωνία φτάσει σε επαρκές επίπεδο ανάπτυξης, η παραγωγικότητα αυξάνεται στο σημείο της αφθονίας, και οι άνθρωποι έχουν πλήρως κοινωνικοποιηθεί σε αυτή τη νέα μορφή κοινωνικής ζωής, τότε έχουμε εισέλθει στην ανώτερη φάση του κομμουνισμού. Τα δελτία εργασίας δεν είναι πλέον αναγκαία και αντικαθίστανται από την αρχή: Από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του.
Αργότερα, όπως το έκανε δημοφιλές ο Λένιν, η κατώτερη φάση του κομμουνισμού ονομάστηκε σοσιαλισμός, και η ανώτερη φάση απλώς κομμουνισμός. Αλλά σημειώστε ότι είτε μιλάμε για την κατώτερη είτε για την ανώτερη φάση, παραμένει αχρήματη, επειδή το χρήμα αντικαθίσταται με δελτία εργασίας. Αν είναι αχρήματη, είναι επίσης και αταξική^*, γιατί χωρίς χρήμα δεν υπάρχει τάξη που να κατέχει όλο το κεφάλαιο και να το χρησιμοποιεί για να ασκεί εξουσία πάνω στην υπόλοιπη κοινωνία, και συνεπώς ακρατικὴ (χωρίς κράτος), γιατί για τους Μαρξιστές το κράτος είναι απλώς το μέσο με το οποίο μία τάξη ασκεί την εξουσία της πάνω σε υποδεέστερες τάξεις. Χωρίς τάξεις δεν υπάρχει κράτος.
^* Σχόλιο του Jonas Čeika στο YouTube: Έπρεπε να ήμουν πιο προσεκτικός όταν είπα ότι «χωρίς χρήματα δεν υπάρχουν τάξεις». Είναι αλήθεια ότι πριν από τον καπιταλισμό, ήταν δυνατό μια κοινωνία να έχει τάξεις χωρίς χρήματα. Αναφερόμουν συγκεκριμένα στις τάξεις όπως υπάρχουν στον καπιταλισμό — την εργατική τάξη και την καπιταλιστική τάξη, με τις οποίες ασχολείται η μεταβατική περίοδος της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Υπάρχουν αρκετές απολύτως ξεκάθαρες ενδείξεις ότι ο Μαρξ δεν διακρίνει ανάμεσα σε σοσιαλισμό και κομμουνισμό ως στάδια μιας ενιαίας πορείας ανάπτυξης. Για παράδειγμα, στην Κριτική του Προγράμματος της Γκότα, γράφει:
«Αυτό που έχουμε να κάνουμε εδώ είναι μια κομμουνιστική κοινωνία, όχι όπως έχει αναπτυχθεί πάνω στα ίδια της τα θεμέλια, αλλά, αντίθετα, μόλις όπως αναδύεται από την καπιταλιστική κοινωνία· η οποία έτσι, από κάθε άποψη, οικονομικά, ηθικά και πνευματικά, εξακολουθεί να είναι σφραγισμένη με τα γενετικά στίγματα της παλιάς κοινωνίας από τη μήτρα της οποίας αναδύεται».
Αν ο κομμουνισμός ήταν κάτι που αναπτύσσεται μόνο μετά από μια μακρά περίοδο σοσιαλιστικής ανάπτυξης, αυτό το απόσπασμα δεν θα είχε νόημα. Αντίθετα, είναι ξεκάθαρο ότι, ακόμα και χωρίς τη διάκριση κατώτερης και ανώτερης φάσης, ο Μαρξ μιλά για τον κομμουνισμό ως εκείνο που αναδύεται απευθείας από τον καπιταλισμό.
Έτσι, ο Λένιν αρχίζει να χρησιμοποιεί τον όρο «σοσιαλισμός» για να αναφέρεται στην «κατώτερη φάση του κομμουνισμού», κάτι που ο Μαρξ ποτέ δεν έκανε, και ορισμένες διατυπώσεις του διαφέρουν από του Μαρξ, αλλά σε αυτό το σημείο, το αφήγημα του Λένιν παραμένει στην ουσία το αφήγημα του Μαρξ, με απλώς μερικές ορολογικές αλλαγές. Τόσο ο σοσιαλισμός όσο και ο κομμουνισμός εδώ εξακολουθούν να αναφέρονται σε αχρήματη, αταξική κοινωνία. Το παραμορφωμένο αφήγημα που είναι σήμερα δημοφιλές εμφανίζεται πλήρως μόνο μετά τον θάνατο του Λένιν. Ωστόσο, ήδη εδώ εισάγεται μια κάποια σύγχυση, διότι όταν νέοι αναγνώστες του Μαρξ έχουν ήδη στο μυαλό τους τη λενινιστική διάκριση ανάμεσα σε σοσιαλισμό και κομμουνισμό, συχνά μπερδεύονται από τον τρόπο που ο Μαρξ χρησιμοποιεί τον όρο «κομμουνισμός». Αλλά βεβαίως, οι άνθρωποι δεν θα έχουν ακόμα πειστεί· χρειάζεται να προχωρήσουμε παραπέρα. Μην κλείσετε ακόμη το βίντεο.
Άρα, αν τόσο η κατώτερη φάση όσο και η ανώτερη φάση του κομμουνισμού είναι ακρατικές (χωρίς κράτος), τι γίνεται με τα μέτρα στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο; Εφόσον απαιτούν κεντρικοποίηση και εθνικοποίηση στα χέρια του κράτους, προφανώς προϋποθέτουν το κράτος, και επειδή επίσης απαιτούν μια μορφή φορολογίας, προϋποθέτουν το χρήμα, και μαζί όλα τα άλλα στοιχεία τα οποία ο κομμουνισμός – είτε στην κατώτερη είτε στην ανώτερη φάση του – υποτίθεται ότι καταργεί. Ε, λοιπόν, αυτά δεν είναι μέτρα για την εγκαθίδρυση του ίδιου του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής – κάτι τέτοιο δεν λέγεται πουθενά. Οι άνθρωποι υποθέτουν ότι η κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη ΕΙΝΑΙ σοσιαλισμός, αλλά ο Μαρξ ποτέ δεν το λέει αυτό. Αν το έλεγε, στην πραγματικότητα θα αναιρούσε τις ίδιες του τις απόψεις. Πράγματα όπως η φορολογία και η εθνικοποίηση εξακολουθούν να προϋποθέτουν ιδιοκτησία, χρήμα και συσσώρευση κεφαλαίου, με άλλα λόγια όλα τα στοιχεία που ο Μαρξ αναλύει ως τμήματα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Τα μέτρα στο Μανιφέστο δεν αφορούν τον σοσιαλισμό· αντιθέτως, είναι μέτρα που προορίζονται για την μεταβατική περίοδο.
Μεταβατική περίοδος, μπορεί να πει κανείς, τι στο καλό είναι αυτό; Σύμφωνα με το κοινό αφήγημα, νόμιζα ότι έχουμε καπιταλισμό, μετά εγκαθιδρύεται σοσιαλισμός όταν η εργατική τάξη καταλαμβάνει την κρατική εξουσία, και μετά από μια μακρά περίοδο ανάπτυξης, έχουμε τελικά κομμουνισμό. Όμως ο Μαρξ δηλώνει ξεκάθαρα, για παράδειγμα στην Κριτική του Προγράμματος της Γκότα, ότι:
«Ανάμεσα στην καπιταλιστική και την κομμουνιστική κοινωνία παρεμβάλλεται η περίοδος της επαναστατικής μετατροπής της μιας στην άλλη. Αντιστοιχεί σε αυτήν και μια πολιτική μεταβατική περίοδος, στην οποία το κράτος δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά η επαναστατική δικτατορία του προλεταριάτου».
Αν σας ενδιαφέρει τι είναι η δικτατορία του προλεταριάτου, σας ενθαρρύνω να δείτε το τρίτο μέρος της συνεργασίας μου με την Anarchopac και τους Red Plateaus, όπου αναλύω αυτό το θέμα. Δικτατορία εδώ δεν σημαίνει αυτό που σημαίνει στη σύγχρονη κοινή χρήση – κυριαρχία από έναν δικτάτορα· σημαίνει μάλλον «απόλυτη εξουσία». Η δικτατορία του προλεταριάτου είναι η απόλυτη εξουσία της εργατικής τάξης, όπως ακριβώς ο καπιταλισμός είναι η δικτατορία της αστικής τάξης, δηλαδή η απόλυτη εξουσία της καπιταλιστικής τάξης. Όπως δηλώνει ξεκάθαρα ο Μαρξ, και σε αντίθεση με τους δημοφιλείς ισχυρισμούς, η δικτατορία του προλεταριάτου ΔΕΝ είναι σοσιαλισμός ή κατώτερη φάση κομμουνισμού, επειδή είναι το μέσο με το οποίο η εργατική τάξη επιβάλλει τη βούλησή της πάνω σε άλλες τάξεις, ενώ ο σοσιαλισμός, ή κατώτερη φάση του κομμουνισμού, είναι αταξικός. Πράγματι, αν κάποιος υποστήριζε ότι η δικτατορία του προλεταριάτου ΕΙΝΑΙ σοσιαλισμός, ή, με την ορολογία του Μαρξ, κατώτερη φάση κομμουνισμού, θα οδηγούνταν στο παράλογο συμπέρασμα ότι «η μετάβαση από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό είναι κομμουνισμός».
Έτσι, μπορούμε τώρα να διορθώσουμε το προαναφερθέν αφήγημα σε αυτό που πίστευε ο Μαρξ, μαζί με άλλους μεγάλους Μαρξιστές θεωρητικούς όπως η Ρόζα Λούξεμπουργκ ή ο Λένιν. Πρώτα, έχουμε τον καπιταλισμό. Έπειτα, οι εργάτες καταλαμβάνουν την εξουσία – αυτή είναι η μεταβατική περίοδος, ή η δικτατορία του προλεταριάτου. Το κράτος, οι αγορές και οι τάξεις, με άλλα λόγια ο καπιταλισμός, εξακολουθούν να υπάρχουν, απλώς με την εργατική τάξη τώρα στην εξουσία. Η διαδικασία αρχίζει να εξαλείφει τις τάξεις. Μόλις η εργατική τάξη έχει νικήσει την αστική τάξη, εγκαθιδρύεται η κατώτερη φάση του κομμουνισμού, όπου δεν υπάρχουν κράτη, χρήμα ή τάξεις, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν υλικά κίνητρα για εργασία. Μετά από μια μακρά περίοδο ανάπτυξης, αναδύεται η ανώτερη φάση του κομμουνισμού, η οποία, όπως και η κατώτερη, δεν έχει κράτη, χρήμα ή τάξεις, αλλά πλέον τα υλικά κίνητρα έχουν αντικατασταθεί από την ελεύθερη πρόσβαση στα προϊόντα της κοινωνίας.
Άρα, τα μέτρα που γράφτηκαν στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο δεν είναι μέτρα για την εγκαθίδρυση του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής· στην πραγματικότητα δεν μπορούν να είναι, γιατί κανένα από αυτά τα μέτρα δεν περιλαμβάνει θεμελιώδεις αλλαγές στον τρόπο παραγωγής. Αντίθετα, είναι μέτρα που προορίζονται για την μεταβατική περίοδο, μέτρα μέσω των οποίων η εργατική τάξη επιβάλλει τη βούλησή της σε όλες τις άλλες τάξεις.
Τώρα, κάποιοι μπορεί να πουν: και τι μ’ αυτό αν λέμε ότι το κράτος υπάρχει στη μεταβατική περίοδο ή στην σοσιαλιστική περίοδο, αυτό είναι απλώς μια σημασιολογική διαφορά, και δεν αλλάζει το γεγονός ότι ο Μαρξ θεωρούσε το κράτος αναγκαίο για την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού.
Αυτό είναι απολύτως θεμιτό, και έτσι πρέπει να προχωρήσουμε ακόμη πιο πέρα· η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Άλλωστε, η ανάπτυξη της σκέψης του Μαρξ δεν τελείωσε με την πρώτη δημοσίευση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου – εκείνη τη στιγμή, μία από τις σημαντικότερες εξελίξεις στη σκέψη του Μαρξ δεν είχε ακόμα συμβεί. Το 1871 συνέβη κάτι που άλλαξε ολόκληρη τη σκέψη του Μαρξ για το κράτος. Η Παρισινή Κομμούνα.
Η Παρισινή Κομμούνα ήταν μια κυβέρνηση που εγκαθιδρύθηκε από επαναστατημένους εργάτες στο Παρίσι, η οποία εφάρμοσε μια ριζοσπαστική μορφή δημοκρατίας που επέτρεψε σε απλούς εργάτες να συμμετέχουν ενεργά στη λήψη πολιτικών αποφάσεων. Πέτυχε απίστευτα πράγματα στην πολιτική πρακτική, και διήρκεσε 2 μήνες προτού συντριβεί από τον γαλλικό στρατό σε μια αιματηρή σφαγή.
Μετά από αυτό το γεγονός, δεν είναι ότι οι απόψεις του Μαρξ άλλαξαν τυχαία. Πάντοτε τόνιζε ότι η πολιτική θεωρία πρέπει να ενημερώνεται από τις ιστορικές εξελίξεις, και αυτό ήταν για τον Μαρξ ένα γεγονός υψίστης ιστορικής σημασίας, γιατί το θεώρησε την πρώτη ιστορική εκδήλωση της δικτατορίας του προλεταριάτου. Έδειξε σε όλους τι σημαίνει οι εργάτες να είναι στην εξουσία.
Αυτό το γεγονός ήταν τόσο σημαντικό, που έναν χρόνο αργότερα ο Μαρξ και ο Ένγκελς έγραψαν έναν νέο πρόλογο στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, στον οποίο δήλωσαν ότι τα προαναφερθέντα επαναστατικά μέτρα που παρατίθενται στο Μανιφέστο έχουν πλέον καταστεί παρωχημένα. «…δεν δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στα επαναστατικά μέτρα που προτάθηκαν στο τέλος του Δεύτερου Τμήματος. … εν όψει της πρακτικής εμπειρίας που αποκτήθηκε, πρώτα με την Επανάσταση του Φεβρουαρίου, και έπειτα, ακόμη περισσότερο, με την Παρισινή Κομμούνα, όπου το προλεταριάτο για πρώτη φορά κατείχε την εξουσία για δύο ολόκληρους μήνες, αυτό το πρόγραμμα έχει σε ορισμένες λεπτομέρειες καταστεί παρωχημένο». Και ακόμη: «Ένα πράγμα ιδιαίτερα αποδείχθηκε από την Κομμούνα, δηλαδή, ότι “η εργατική τάξη δεν μπορεί απλώς να αρπάξει την έτοιμη κρατική μηχανή και να τη χειριστεί για τους δικούς της σκοπούς.”»
Λοιπόν, μετά την εμπειρία της Παρισινής Κομμούνας, ο Μαρξ και ο Ένγκελς όχι μόνο κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το δεκαβάθμιο επαναστατικό πρόγραμμα που είχαν προηγουμένως προτείνει είχε καταστεί σε πολλές λεπτομέρειες παρωχημένο, αλλά και ότι το κράτος όπως υπάρχει δεν μπορεί απλώς να χρησιμοποιηθεί από την εργατική τάξη για τους δικούς της σκοπούς. Είναι εκ φύσεως αστικό και πρέπει να καταστραφεί και να αντικατασταθεί από εντελώς νέους, ριζοσπαστικά δημοκρατικούς, εργατικούς θεσμούς. Επιπλέον, στο αρχικό Μανιφέστο, το τρίτο κεφάλαιο περιείχε τη διατύπωση ότι «στη Γερμανία είναι καθήκον του πραγματικά επαναστατικού κόμματος να προωθήσει την αυστηρότερη κεντρικοποίηση». Μετά τις εμπειρίες της Κομμούνας, το Μανιφέστο ενημερώθηκε με υποσημείωση που αποκήρυσσε αυτήν την παλαιότερη διατύπωση:
«Πρέπει να υπενθυμιστεί σήμερα ότι αυτό το χωρίο στηρίζεται σε μια παρεξήγηση. Εκείνη την εποχή — χάρη στους Βοναπαρτιστές και τους φιλελεύθερους παραχαράκτες της ιστορίας — θεωρούνταν ως δεδομένο ότι η γαλλική συγκεντρωτική διοικητική μηχανή είχε εισαχθεί από τη Μεγάλη Επανάσταση και ιδίως ότι είχε χρησιμοποιηθεί από τη Συμβατική Εθνοσυνέλευση ως ένα απαραίτητο και αποφασιστικό όπλο για την ήττα της μοναρχικής και φεντεραλιστικής αντίδρασης και του εξωτερικού εχθρού. Ωστόσο, είναι πλέον ένα γνωστό γεγονός ότι σε όλη την επανάσταση μέχρι την 18η Μπρυμαίρ, όλη η διοίκηση των τμημάτων, των διαμερισμάτων και των κοινοτήτων αποτελούνταν από αρχές εκλεγμένες από τους ίδιους τους αντίστοιχους εκλογείς, και ότι αυτές οι αρχές ενεργούσαν με πλήρη ελευθερία εντός των γενικών κρατικών νόμων· ότι ακριβώς αυτή η επαρχιακή και τοπική αυτοδιοίκηση, παρόμοια με την αμερικανική, έγινε ο ισχυρότερος μοχλός της επανάστασης και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Ναπολέων, αμέσως μετά το πραξικόπημά του της 18ης Μπρυμαίρ, έσπευσε να την αντικαταστήσει με μια διοίκηση μέσω νομαρχών, η οποία υπάρχει ακόμα και η οποία, επομένως, ήταν από την αρχή ένα καθαρό όργανο αντίδρασης».
Με λίγα λόγια, η απαίτηση για αυστηρή κεντρικοποίηση θεωρήθηκε πλέον από τον Μαρξ και τον Ένγκελς ως βασισμένη σε παρεξήγηση, επειδή είχαν πιστέψει ότι η γαλλική συγκεντρωτική διοίκηση είχε προοδευτικό και επαναστατικό χαρακτήρα, ενώ τώρα συνειδητοποιούσαν ότι υπήρξε «καθαρό όργανο αντίδρασης από την αρχή». Και αντί για μια τέτοια συγκεντρωτική διοίκηση, προέκριναν ως τον αληθινό μοχλό της επανάστασης την «τοπική αυτοδιοίκηση».
Αλλά για μια πιο λεπτομερή διατύπωση, πρέπει να στραφούμε στο κείμενο Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλλία, που γράφτηκε τον ίδιο χρόνο που εγκαθιδρύθηκε η Παρισινή Κομμούνα. Εδώ βλέπουμε πραγματικά σε ποιον βαθμό οι απόψεις του Μαρξ για το κράτος είχαν αλλάξει.
Με αυτό το κείμενο στο χέρι, μπορούμε επίσης να παρατηρήσουμε ότι, ενώ ο Μαρξ επιχειρηματολογούσε ξεκάθαρα ότι η Κομμούνα ήταν δικτατορία του προλεταριάτου, ταυτόχρονα έλεγε για τις πολιτικές της Κομμούνας ότι «δεν υπάρχει τίποτε το σοσιαλιστικό σε αυτές εκτός από την τάση τους». Με άλλα λόγια, στην Κομμούνα η εργατική τάξη βρισκόταν στην εξουσία, κι όμως δεν υπήρχε τίποτε το σοσιαλιστικό στις πολιτικές της. Και πάλι, αυτό είναι εντελώς ασυνεπές αν κάποιος ισχυρίζεται ότι η δικτατορία του προλεταριάτου, ή η εργατική εξουσία, ταυτίζεται με τον σοσιαλισμό. Αντιθέτως, πρόκειται για την πολιτική μορφή που οδηγεί τελικά στον σοσιαλισμό.
Όπως λοιπόν ο Μαρξ συνειδητοποίησε ότι η τοπική αυτοδιοίκηση, και όχι η συγκεντρωτική διοίκηση, ήταν η κινητήρια δύναμη της Γαλλικής Επανάστασης, έτσι συνειδητοποίησε ότι είναι η Κομμούνα, και όχι το κράτος, που θα οδηγήσει την προλεταριακή επανάσταση.
Είδε στην Παρισινή Κομμούνα ένα όραμα, παραθέτω:
«Όλη η Γαλλία … οργανωμένη σε αυτοδραστήριες και αυτοδιοικούμενες κομμούνες, ο μόνιμος στρατός αντικαθίσταται από τις λαϊκές πολιτοφυλακές, ο στρατός των κρατικών παρασίτων καταργείται, η εκκλησιαστική ιεραρχία αντικαθίσταται από τους δασκάλους, ο κρατικός δικαστής μετασχηματίζεται σε Κοινοτικά όργανα, το εκλογικό δικαίωμα για εθνική αντιπροσώπευση δεν είναι ζήτημα ταχυδακτυλουργίας για μια πανίσχυρη κυβέρνηση, αλλά η συνειδητή έκφραση των οργανωμένων κομμούνων, οι κρατικές λειτουργίες περιορίζονται σε λίγες λειτουργίες γενικού εθνικού χαρακτήρα».
Έτσι, παρόλο που εδώ ο Μαρξ ξεκαθαρίζει ότι η δικτατορία του προλεταριάτου θα εξακολουθεί να έχει κράτος, αυτό θα είναι θεμελιωδώς διαφορετικό από το αστικό κράτος, καθώς θα είναι, όπως λέει ο Μαρξ, περιορισμένο σε «λίγες λειτουργίες γενικού εθνικού χαρακτήρα» και δεν θα διαθέτει μέσα συγκεντρωτικής καταστολής, αφού ο μόνιμος στρατός θα αντικατασταθεί από λαϊκές πολιτοφυλακές, που θα αποτελούνται από ανθρώπους εκλεγμένους από την ίδια την εργατική τάξη.
Και αν αυτό δεν είναι αρκετό, έφτασε μάλιστα στο σημείο να πει:
«Η αληθινή αντίθεση με την ίδια την Αυτοκρατορία — δηλαδή με την κρατική εξουσία, την κεντρικοποιημένη εκτελεστική εξουσία, της οποίας η Δεύτερη Αυτοκρατορία ήταν απλώς η εξαντλητική της φόρμουλα — ήταν η Κομμούνα … Ήταν, επομένως, μια Επανάσταση όχι ενάντια σε αυτήν ή εκείνη τη νομιμοποιημένη, συνταγματική, δημοκρατική ή αυτοκρατορική μορφή κρατικής εξουσίας. Ήταν μια Επανάσταση ενάντια στο ίδιο το Κράτος, σε αυτήν τη μεταφυσική παραμόρφωση της κοινωνίας, μια ανάκτηση από τον λαό για τον λαό της δικής του κοινωνικής ζωής. Δεν ήταν μια επανάσταση για να μεταβιβαστεί η εξουσία από μια μερίδα της άρχουσας τάξης σε μια άλλη, αλλά μια Επανάσταση για να γκρεμίσει το ίδιο αυτό φρικτό μηχάνημα ταξικής κυριαρχίας … Η Δεύτερη Αυτοκρατορία ήταν η οριστική της άρνηση και, επομένως, η απαρχή της κοινωνικής Επανάστασης του 19ου αιώνα».
Η έμφαση του Μαρξ στην τοπική αυτοδιοίκηση επιβεβαιώνεται περαιτέρω όταν ο Μπακούνιν ρωτά: «Οι Γερμανοί αριθμούν γύρω στα σαράντα εκατομμύρια. Θα είναι, για παράδειγμα, και τα σαράντα εκατομμύρια μέλη της κυβέρνησης;». Και ο Μαρξ, στις σημειώσεις του, απαντά: «Βεβαίως! Αφού το όλο πράγμα ξεκινά με την αυτοδιοίκηση της κομμούνας».
Και τέλος, ο Ένγκελς το επιβεβαιώνει αυτό, όταν προτείνει ως ένα από τα σημεία για το πρόγραμμα του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος: «Πλήρης αυτοδιοίκηση στις επαρχίες, τις περιφέρειες και τις κομμούνες μέσω αξιωματούχων εκλεγμένων με καθολική ψηφοφορία. Η κατάργηση όλων των τοπικών και επαρχιακών αρχών που διορίζονται από το κράτος».
Λοιπόν, αν ακολουθήσουμε τον ορισμό του κράτους από τον Μαξ Βέμπερ, που χρησιμοποιείται συχνά από αναρχικούς και ορίζει το κράτος ως μονοπώλιο της βίας πάνω σε μια δεδομένη επικράτεια, τότε η δικτατορία του προλεταριάτου δεν θα ήταν, μπορούμε να πούμε, κράτος. Θα ήταν όμως κράτος σύμφωνα με τον ορισμό που χρησιμοποιείται συχνά από Μαρξιστές — ότι δηλαδή το κράτος είναι το μέσο με το οποίο μια τάξη ασκεί την εξουσία της πάνω σε άλλες. Πολύ από τη σύγχυση στη διαμάχη μεταξύ Μαρξιστών και αναρχικών για το κράτος πηγάζει από τους διαφορετικούς ορισμούς του κράτους που χρησιμοποιούνται.
Η αλήθεια είναι ότι το είδος του κρατικού σοσιαλισμού για τον οποίο τόσο συχνά κατηγορείται ο Μαρξ, είναι στην πραγματικότητα πολύ πιο κοντά στον σοσιαλισμό του Γερμανού πολιτικού Φερδινάνδου Λασσάλ, ο οποίος, όπως και ο Μαρξ, ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της σοσιαλιστικής πολιτικής στη Γερμανία του 19ου αιώνα. Ο Λασσάλ πίστευε ότι ο σοσιαλισμός είναι ζήτημα κρατικού ελέγχου, και ο Μαρξ διαφώνησε κάθετα μαζί του σε αυτό το σημείο. Η Κριτική του Προγράμματος της Γκότα, στην οποία αναφέρθηκα αρκετές φορές σε αυτό το βίντεο, ήταν μια κριτική στο πρόγραμμα του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος της Γερμανίας, το οποίο είχε επηρεαστεί βαθιά από τον Λασσάλ. Και σε αυτή την κριτική, ο Μαρξ έγραψε:
«…όλο το πρόγραμμα, παρά τα δημοκρατικά του ηχηρά λόγια, είναι διαποτισμένο από άκρη σε άκρη από την δουλοπρεπή πίστη της λασσαλικής σέχτας στο κράτος ή, πράγμα όχι καλύτερο, από μια δημοκρατική πίστη σε θαύματα· ή μάλλον αποτελεί έναν συμβιβασμό ανάμεσα σε αυτές τις δύο μορφές πίστης σε θαύματα, που είναι εξίσου μακρινές από τον σοσιαλισμό.»
Τώρα, όλα αυτά βρίσκονται ήδη στον Μαρξ, αλλά σε περίπτωση που κάποιος με κατηγορήσει ότι παρουσιάζω μια ερμηνεία του Μαρξ που στην πραγματικότητα είναι αναρχική παρέκκλιση και παρερμηνεία, να σημειώσω ότι ο Λένιν συμφωνούσε με όλα όσα μόλις είπα.
Καταρχάς, συμφωνούσε με τον Μαρξ ότι ανάμεσα στον καπιταλισμό και την κατώτερη φάση του κομμουνισμού, ή σοσιαλισμό, υπάρχει μια μεταβατική περίοδος. Κάνει αυτή τη διάκριση σαφή ακόμα και στη λίστα των κεφαλαίων του Κράτος και Επανάσταση, όπου η μεταβατική περίοδος χωρίζεται καθαρά από την κατώτερη φάση του κομμουνισμού. Στο κείμενο Η εποχή της δικτατορίας του προλεταριάτου ξεχωρίζει σαφώς τον σοσιαλισμό από τη μεταβατική περίοδο, ή δικτατορία του προλεταριάτου, όπως ακριβώς έκανα και εγώ πριν.
«Ο σοσιαλισμός σημαίνει την κατάργηση των τάξεων. Η δικτατορία του προλεταριάτου έχει κάνει ό,τι μπορούσε για να καταργήσει τις τάξεις. Αλλά οι τάξεις δεν μπορούν να καταργηθούν με ένα χτύπημα. Και οι τάξεις εξακολουθούν να υπάρχουν και θα υπάρχουν στην εποχή της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η δικτατορία θα καταστεί περιττή όταν οι τάξεις εξαφανιστούν.»
Η διατύπωση του Λένιν εδώ ότι «ο σοσιαλισμός σημαίνει την κατάργηση των τάξεων» ξεκαθαρίζει αρκετά πράγματα. Πρώτον, ότι διακρίνει τον σοσιαλισμό από τη μεταβατική περίοδο, ή δικτατορία του προλεταριάτου. Γιατί, αν η δικτατορία του προλεταριάτου είναι η εξουσία της εργατικής τάξης, και ο σοσιαλισμός είναι η κατάργηση των τάξεων, αυτά δεν μπορεί να είναι ταυτόσημα. Δεύτερον, ότι εξ υπαλλήλου ο σοσιαλισμός είναι α-κρατικός. Αυτό μπορούμε να το συναγάγουμε με λίγη συλλογιστική λογική, για όσους αγαπούν τη λογική:
Εντάξει, αλλά τότε μπορεί να ρωτήσει κάποιος, δεν θεωρούσε ο Λένιν τη Σοβιετική Δημοκρατία σοσιαλιστική; Και δεν θα μπορούσε να είναι σοσιαλιστική σύμφωνα με τα προηγούμενα σημεία, γιατί εξακολουθούσε να έχει χρήμα και κράτος;
Όχι, ο Λένιν δεν θεωρούσε στην πραγματικότητα ότι η Σοβιετική Δημοκρατία είχε εγκαθιδρύσει τον σοσιαλιστικό τρόπο παραγωγής. Κάθε άλλο. Σε μια ομιλία του σε ρωσικό συνέδριο είπε:
«Απέχουμε πολύ από το να έχουμε ολοκληρώσει ακόμα και τη μεταβατική περίοδο από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό. Δεν τρέφαμε ποτέ την ελπίδα ότι θα μπορούσαμε να την ολοκληρώσουμε χωρίς τη βοήθεια του διεθνούς προλεταριάτου. Δεν είχαμε ποτέ αυταπάτες ως προς αυτό, και γνωρίζουμε πόσο δύσκολος είναι ο δρόμος που οδηγεί από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό. Αλλά είναι καθήκον μας να πούμε ότι η Σοβιετική μας Δημοκρατία είναι μια σοσιαλιστική δημοκρατία, επειδή έχουμε πάρει αυτόν τον δρόμο, και τα λόγια μας δεν θα είναι κούφια λόγια.»
Με άλλα λόγια, η σοσιαλιστική δημοκρατία, ακριβώς όπως και η Παρισινή Κομμούνα, ονομάστηκε σοσιαλιστική ΟΧΙ επειδή είχε εγκαθιδρύσει τον σοσιαλιστικό τρόπο παραγωγής, αλλά επειδή βρισκόταν στη μεταβατική περίοδο που οδηγούσε προς αυτόν.
Αυτό επιβεβαιώνεται περαιτέρω στο κείμενο του Λένιν Φόρος σε είδος:
«Κανείς, νομίζω, μελετώντας το ζήτημα του οικονομικού συστήματος της Ρωσίας, δεν αρνήθηκε τον μεταβατικό του χαρακτήρα. Ούτε, νομίζω, αρνήθηκε κανένας κομμουνιστής ότι ο όρος Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία σημαίνει την αποφασιστικότητα της σοβιετικής εξουσίας να επιτύχει τη μετάβαση στον σοσιαλισμό, και ΟΧΙ ότι το νέο οικονομικό σύστημα αναγνωρίζεται ως σοσιαλιστική τάξη πραγμάτων.»
Ω, Λένιν, ήσουν πολύ αισιόδοξος όταν το έλεγες αυτό.
Εντάξει, λοιπόν ο Λένιν συμφωνούσε με τον Μαρξ για την ύπαρξη μιας μεταβατικής περιόδου, και πίστευε ότι η Σοβιετική Δημοκρατία βρισκόταν μέσα σε αυτήν την περίοδο. Τι έλεγε όμως για το πώς θα έμοιαζε η δικτατορία του προλεταριάτου; Και πάλι, πλήρης συμφωνία στα βασικά. Ο Λένιν πίστευε ότι η δικτατορία του προλεταριάτου θα περιλάμβανε την κατάργηση του μόνιμου στρατού, της αστυνομικής δύναμης και της γραφειοκρατίας, αντικαθιστώντας τα με ριζοσπαστική δημοκρατία. Παραθέτω:
«…σε ένα ορισμένο στάδιο της ανάπτυξης της δημοκρατίας, αυτή συγκολλά πρώτα την τάξη που διεξάγει επαναστατικό αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό — το προλεταριάτο, και της δίνει τη δυνατότητα να συντρίψει, να θρυμματίσει, να εξαφανίσει από προσώπου γης την αστική, ακόμα και τη ρεπουμπλικανική-αστική, κρατική μηχανή, τον μόνιμο στρατό, την αστυνομία και τη γραφειοκρατία, και να τα αντικαταστήσει με μια πιο δημοκρατική κρατική μηχανή, αλλά πάντως κρατική μηχανή, με τη μορφή ένοπλων εργατών που προχωρούν στη συγκρότηση μιας πολιτοφυλακής που να περιλαμβάνει ολόκληρο τον πληθυσμό.»
Επιπλέον, παραθέτει, σε πλήρη συμφωνία, όλα τα αποσπάσματα του Μαρξ και του Ένγκελς που τονίζουν την τοπική αυτοδιοίκηση.
Αλλά, δεδομένων όλων αυτών, γιατί αυτό το αφήγημα συσκοτίστηκε από το διαφορετικό που περιγράφηκε στην αρχή; Το μαρξιστικό πράγμα θα ήταν να δούμε ποιες υλικές και ιστορικές συνθήκες οδήγησαν στην εγκατάλειψη της αρχικής μαρξιστικής θέσης. Κατά τη γνώμη μου, ένας από τους κύριους λόγους ήταν η αποτυχία της επανάστασης στην Ευρώπη, ιδίως στη Γερμανία. Όπως είπε ο Λένιν στο προηγουμένως αναφερθέν απόσπασμα: «Δεν τρέφαμε ποτέ την ελπίδα ότι θα μπορούσαμε να την ολοκληρώσουμε χωρίς τη βοήθεια του διεθνούς προλεταριάτου.» Από την αρχή, ο Μαρξ τόνιζε ότι η επανάσταση θα έπρεπε να είναι διεθνής. Ο καπιταλισμός είναι ένα διεθνές σύστημα, και επομένως πρέπει να αμφισβητηθεί με διεθνείς όρους. Αν η επανάσταση συμβεί σε μόνο μία χώρα, θα απομονωθεί, και ο μόνος τρόπος να επιβιώσει θα είναι να κάνει συμβιβασμούς και εμπορικές συμφωνίες με καπιταλιστικές χώρες, και έτσι, για να διατηρηθεί, θα πρέπει να διατηρεί την εμπορευματική παραγωγή, την παραγωγή για το κέρδος, χωρίς ποτέ να μπορεί να βγει από τον καπιταλισμό.
Για παράδειγμα, ο Ένγκελς έγραψε:
«Θα είναι δυνατόν αυτή η επανάσταση να πραγματοποιηθεί σε μία μόνο χώρα; Όχι. Δημιουργώντας την παγκόσμια αγορά, η μεγάλη βιομηχανία έχει ήδη φέρει όλους τους λαούς της Γης … σε τόσο στενή σχέση μεταξύ τους ώστε κανείς δεν είναι ανεξάρτητος από το τι συμβαίνει στους άλλους. … Από αυτό προκύπτει ότι η κομμουνιστική επανάσταση δεν θα είναι απλώς ένα εθνικό φαινόμενο αλλά πρέπει να λάβει χώρα ταυτόχρονα σε όλες τις πολιτισμένες χώρες … Είναι μια παγκόσμια επανάσταση και, κατά συνέπεια, θα έχει παγκόσμιο εύρος.»
Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τη Ρωσία, λαμβάνοντας υπόψη ότι εκείνη την εποχή δεν ήταν ακόμη πλήρως εκβιομηχανισμένη χώρα, και μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού ήταν η φεουδαρχική αγροτιά, και σε τέτοιες συνθήκες η εγκαθίδρυση σοσιαλισμού είναι πολύ πιο δύσκολη. Η σοβιετική δοξασία ήταν σε αυτό το σημείο εναρμονισμένη με τον Μαρξ και τον Ένγκελς, οι οποίοι το 1882 έγραψαν ότι
«Αν η Ρωσική Επανάσταση γίνει το σινιάλο για μια προλεταριακή επανάσταση στη Δύση, ώστε και οι δύο να αλληλοσυμπληρωθούν, η παρούσα ρωσική κοινοκτημοσύνη της γης μπορεί να χρησιμεύσει ως το εφαλτήριο για μια κομμουνιστική ανάπτυξη.»
Το αρχικό σχέδιο, επομένως, ήταν να παραμείνει η Ρωσία υπό τον έλεγχο των εργατών, μέχρι να συμβεί η επανάσταση στη Δύση, και να καταστήσει δυνατό τον σοσιαλισμό στη Ρωσία. Αυτό αναμενόταν, καθώς μια εργατική επανάσταση λάμβανε χώρα στη Γερμανία τα χρόνια 1917–1919, και ενεργά επαναστατικά κινήματα ξεσπούσαν σε όλο τον κόσμο. Εκείνη την εποχή, μεγάλο μέρος της σοβιετικής πολιτικής ήταν να στηρίζει αυτά τα επαναστατικά κινήματα πολιτικά και οικονομικά.
Ωστόσο, η γερμανική επανάσταση απέτυχε, προδομένη από το γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, το οποίο χρησιμοποίησε την πρωτο-φασιστική παραστρατιωτική ομάδα Freikorps για να εκτελέσει τους επαναστατικούς ηγέτες Ρόζα Λούξεμπουργκ και Καρλ Λίμπκνεχτ, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την άνοδο του φασισμού.
Σαν να μην έφτανε αυτό, ο εμφύλιος πόλεμος κόστισε στους Μπολσεβίκους σχεδόν ολόκληρη τη βάση της εργατικής τάξης τους. Μέχρι το 1921, οι περισσότεροι βιομηχανικοί εργάτες είτε είχαν φύγει να πολεμήσουν στον Κόκκινο Στρατό είτε είχαν επιστρέψει στη γη. Αυτό οδήγησε ακόμη και τον Λένιν να πει: «Είμαστε οι εκπρόσωποι μιας τάξης που έχει πάψει να υπάρχει.»
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η γραφειοκρατία διογκώθηκε τόσο πολύ, ώστε στις τελευταίες του λέξεις προς το κομμουνιστικό κόμμα, ο Λένιν δήλωσε:
«Αν πάρουμε τη Μόσχα με τους 4.700 κομμουνιστές σε υπεύθυνες θέσεις, και αν πάρουμε εκείνη τη γιγαντιαία γραφειοκρατική μηχανή, εκείνο τον τεράστιο σωρό, πρέπει να ρωτήσουμε: ποιος διευθύνει ποιον; Αμφιβάλλω πολύ αν μπορεί ειλικρινά να ειπωθεί ότι οι κομμουνιστές διευθύνουν εκείνον τον σωρό. Για να πω την αλήθεια, δεν διευθύνουν, διευθύνονται.»
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, η Σοβιετική Ένωση απομονώθηκε και γραφειοκρατικοποιήθηκε, αντιμετωπίζοντας εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες χωρίς δική της ευθύνη. Δεν αμφιβάλλω για τις καλές προθέσεις της σοβιετικής ηγεσίας, ότι πράγματι ήθελαν να φέρουν τον σοσιαλισμό, αλλά η ταξική κατάσταση της Ρωσίας και γενικότερα του κόσμου το κατέστησε αδύνατο, και το κόμμα έμεινε κολλημένο, ανίκανο να προχωρήσει. Έχοντας χάσει τη βάση του προλεταριάτου, το κόμμα μετατράπηκε από επαναστατική οργάνωση σε εκπρόσωπο μιας καπιταλιστικής κοινωνίας, γινόμενο στην πράξη σοσιαλδημοκρατικό – οι κρατικοί επόπτες μιας οικονομίας της αγοράς. Ορισμένοι σοβιετικοί ηγέτες υποστήριζαν ότι έπρεπε να αναπτύξουν σταδιακά τις παραγωγικές δυνάμεις, ενώ θα συνέχιζαν να στηρίζουν το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και θα περίμεναν να επιτύχει. Ωστόσο, η λύση που επικράτησε ήταν να εγκαταλείψουν το διεθνές σχέδιο και να επικεντρωθούν στην εθνική κρατική οικοδόμηση, κάτι που τελικά εδραιώθηκε στη σταλινική σύλληψη του «σοσιαλισμού σε μία χώρα» – κάτι που ο Μαρξ θα θεωρούσε απολύτως αδύνατο.
Το γεγονός ότι υπήρξε μια στροφή από τον διεθνισμό στον εθνικισμό εκφράζεται καθαρά αν δούμε τα Θεμέλια του Λενινισμού του Στάλιν από το 1924. Στην αρχική έκδοση, οι απόψεις του Λένιν αντανακλώνταν πράγματι με ακρίβεια:
«Η ανατροπή της εξουσίας της αστικής τάξης και η εγκαθίδρυση μιας προλεταριακής κυβέρνησης σε μία χώρα δεν εγγυώνται ακόμα την πλήρη νίκη του σοσιαλισμού. Το κύριο καθήκον του σοσιαλισμού, η οργάνωση της σοσιαλιστικής παραγωγής, βρίσκεται ακόμα μπροστά μας. Μπορεί να εκπληρωθεί αυτό το καθήκον, μπορεί να επιτευχθεί η νίκη του σοσιαλισμού σε μία χώρα, χωρίς την κοινή προσπάθεια του προλεταριάτου αρκετών προηγμένων χωρών; Όχι, αυτό είναι αδύνατο… Για την τελική νίκη του σοσιαλισμού, για την οργάνωση της σοσιαλιστικής παραγωγής, οι προσπάθειες μιας μόνο χώρας, ιδίως μιας αγροτικής χώρας όπως η Ρωσία, είναι ανεπαρκείς.»
Κι όμως, μόλις λίγους μήνες αργότερα, αυτή η έκδοση αποσύρθηκε, και κυκλοφόρησε μια νέα που έλεγε ακριβώς το αντίθετο:
«Αφού εδραιώσει την εξουσία της και ηγηθεί της αγροτιάς, το προλεταριάτο της νικήτριας χώρας μπορεί και πρέπει να οικοδομήσει μια σοσιαλιστική κοινωνία…»
Επειδή το σοβιετικό κράτος εξακολουθούσε να χρειάζεται να νομιμοποιήσει τον εαυτό του, με τον καιρό η επίσημη δοξασία άλλαξε και η δικτατορία του προλεταριάτου και ο σοσιαλισμός ταυτίστηκαν. Οι προηγουμένως υπάρχουσες έντονες συζητήσεις μεταξύ σοβιετικών οικονομολόγων για το πώς θα καταργηθεί το χρήμα έληξαν, και η ηγεσία όλο και λιγότερο περίμενε να εξέλθει από τον καπιταλισμό. Η ΕΣΣΔ λεγόταν ότι ήταν σοσιαλιστική παρότι δεν πληρούσε κανένα από τα κριτήρια που είτε ο Μαρξ είτε ο Λένιν είχαν αναπτύξει. Σε αυτό το σημείο η ΕΣΣΔ δεν ήταν πλέον ένα εργατικό κράτος με κανένα κριτήριο, τα εργατικά συμβούλια και οι εργατικές πολιτοφυλακές, όπου υπήρχαν, δεν είχαν πια καμία εξουσία, το κράτος κατέστελλε απεργίες, και λογόκρινε ακόμα και ορισμένα γραπτά του Μαρξ, αρνούμενο να εκδώσει μια δημοσίευση των απάντων του. Τώρα, αντί να επικεντρώνεται στην υποστήριξη επαναστατικών κινημάτων, η ΕΣΣΔ όλο και περισσότερο στρεφόταν στην υποστήριξη εθνικιστικών κινημάτων, εις βάρος των επαναστατών. Ένα παράδειγμα για το πόσο άσχημα έφτασε αυτό, είναι ότι η Σοβιετικά ελεγχόμενη Κομμουνιστική Διεθνής, ή Κομιντέρν εν συντομία, υποστήριξε το κινεζικό εθνικιστικό κόμμα, και ο Κινέζος εθνικιστής πολιτικός Τσιάνγκ Κάι-σεκ ήταν επίτιμο μέλος της Κομιντέρν. Οι Κινέζοι κομμουνιστές στη δεκαετία του ’20 είχαν προσπαθήσει μια επανάσταση, αλλά εμποδίστηκαν από την Κομιντέρν και αντίθετα διατάχθηκαν να σχηματίσουν συμμαχία με το κινεζικό εθνικιστικό κόμμα, γεγονός που οδήγησε στον αφοπλισμό των Κινέζων κομμουνιστών, και το 1927 το κινεζικό εθνικιστικό κόμμα σφαγίασε χιλιάδες από αυτούς. Με άλλα λόγια, αυτή η εξέλιξη δεν έδειχνε την αποτυχία του μαρξισμού, αλλά την επιτυχία μιας αντεπανάστασης εναντίον του μαρξισμού.
Ο Μαρξ είχε αφιερώσει τόση από τη θεωρητική του δύναμη για να νικήσει το λασσαλικό ρεύμα στον σοσιαλισμό, την «δουλοπρεπή πίστη στο κράτος», όπως το έθεσε, και αυτό αξίζει σεβασμού όχι επειδή προέρχεται από τον Μαρξ, αλλά επειδή αντανακλά τους αγώνες των εργατικών τάξεων σε όλο τον κόσμο από την αυγή του καπιταλισμού – αυτοί είναι οι κινητήριοι δρώντες της ιστορίας. Όπως το έθεσε ο Ένγκελς:
«Η ιδέα ότι οι πολιτικές πράξεις, οι μεγάλες κρατικές επιτελέσεις, είναι αποφασιστικές στην ιστορία είναι τόσο παλιά όσο και η γραπτή ιστορία, και είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο έχει διασωθεί για εμάς τόσο λίγο υλικό σε σχέση με την πραγματικά προοδευτική εξέλιξη των λαών, η οποία έχει λάβει χώρα ήσυχα, στο παρασκήνιο, πίσω από αυτές τις θορυβώδεις σκηνές επάνω στη σκηνή.»
Σε ορισμένα από τα μεταγενέστερα γραπτά του, ο Λένιν αρχίζει να συγχέει τη δικτατορία του προλεταριάτου, σε αντίφαση με τον Μαρξ και με τα δικά του πρώιμα γραπτά. Υπάρχουν 3 λόγοι για τους οποίους μπορεί να συμβαίνει αυτό:
Ευχαριστώ τον Rad Shiba για τη βοήθεια με το βίντεο και την ανάγνωση αποσπασμάτων: (https://www.youtube.com/channel/UCnqIikIa6u1loeIQXmGVkhg)
Επίσης τον Xexizy: (https://www.youtube.com/channel/UCDULjo1v2Hivuu4h4LZSTUQ)
Και τους Red Plateaus: (https://www.youtube.com/channel/UCsln1E-ttrNPsMivrnf9V7w)
Μουσική από musou: (https://musou.bandcamp.com/track/backwater-dub)
Karl Marx & Friedrich Engels — The Communist Manifesto — marxists.org/archive/marx/works/download/pdf/Manifesto.pdf (https://www.marxists.org/archive/marx/works/download/pdf/Manifesto.pdf)
Karl Marx — Critique of Hegel’s Philosophy of Right — marxists.org/archive/marx/works/download/ Marx_Critique_of_Hegels_Philosophy_of_Right.pdf (https://www.marxists.org/archive/marx/works/download/Marx_Critique_of_Hegels_Philosophy_of_Right.pdf)
Karl Marx — Critique of the Gotha Program — marxists.org/archive/marx/works/download/Marx_Critque_of_the_Gotha_Programme.pdf (https://www.marxists.org/archive/marx/works/download/Marx_Critque_of_the_Gotha_Programme.pdf)
Karl Marx — The Civil War in France — marxists.org/archive/marx/works/download/pdf/civil_war_france.pdf (https://www.marxists.org/archive/marx/works/download/pdf/civil_war_france.pdf)
Karl Marx — Conspectus of Bakunin’s Statism and Anarchy — marxists.org/archive/marx/works/1874/04/bakunin-notes.htm (https://www.marxists.org/archive/marx/works/1874/04/bakunin-notes.htm)
Friedrich Engels — A Critique of the Draft Social-Democratic Program of 1891 — marxists.catbull.com/archive/marx/works/1891/06/29.htm (https://marxists.catbull.com/archive/marx/works/1891/06/29.htm)
Vladimir Lenin — State and Revolution — marxists.org/archive/lenin/works/1917/staterev/ (https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1917/staterev/)
Vladimir Lenin — Economics and Politics in the Era of the Dictatorship of the Proletariat — marxists.org/archive/lenin/works/1919/oct/30.htm (https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1919/oct/30.htm)
Vladimir Lenin — Third All-Russia Congress Of Soviets Of Workers’, Soldiers’ And Peasants’ Deputies — marxists.org/archive/lenin/works/1918/jan/10.htm (https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1918/jan/10.htm)
Vladimir Lenin — The Tax in Kind — marxists.org/archive/lenin/works/1921/apr/21.htm (https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1921/apr/21.htm)
Friedrich Engels — The Principles of Communism — marxists.org/archive/marx/works/1847/11/prin-com.htm (https://www.marxists.org/archive/marx/works/1847/11/prin-com.htm)
Vladimir Lenin — Eleventh Congress Of The R.C.P.(B.) — marxists.org/archive/lenin/works/1922/mar/27.htm#fw01 (https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1922/mar/27.htm#fw01)
Joseph Stalin — Foundations of Leninism — marxists.org/reference/archive/stalin/works/1924/foundations-leninism/index.htm (https://www.marxists.org/reference/archive/stalin/works/1924/foundations-leninism/index.htm)
Friedrich Engels — Anti-Dühring — marxists.org/archive/marx/works/1877/anti-duhring/ (https://www.marxists.org/archive/marx/works/1877/anti-duhring/)
Karl Marx — Critique of the Gotha Program — marxists.org/archive/marx/works/download/Marx_Critque_of_the_Gotha_Programme.pdf (https://www.marxists.org/archive/marx/works/download/Marx_Critque_of_the_Gotha_Programme.pdf)
Vladimir Lenin — State and Revolution — marxists.org/archive/lenin/works/1917/staterev/ (https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1917/staterev/)
Simon Pirani — The Russian Revolution in Retreat — libcom.org/files/[Simon_Pirani]The_Russian_Revolution_in_Retreat,(b-ok.org).pdf (https://libcom.org/files/%5BSimon_Pirani%5D_The_Russian_Revolution_in_Retreat%2C_%28b-ok.org%29.pdf)
Victor Serge — Memoirs of a Revolutionary — my-blackout.com/wp-content/uploads/2018/07/webpage2.pdf (https://my-blackout.com/wp-content/uploads/2018/07/webpage2.pdf)
On the Chinese revolution of 1925: libcom.org/history/chinese-revolution-1925-1927 (https://libcom.org/history/chinese-revolution-1925-1927)
InDefenseOfToucans (https://www.youtube.com/channel/UCf64D7Vl2l4dZcVgDXlAkgg), ένα μικρό κανάλι με εξειδίκευση στην ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης, είχε συμπτωματικά ήδη φτιάξει ένα βίντεο για τη διάκριση μεταξύ της δικτατορίας του προλεταριάτου και της κατώτερης/ανώτερης φάσης του κομμουνισμού (https://www.youtube.com/watch?v=MnSj5cb5-L4) χωρίς να το γνωρίζω. Το βίντεο αυτό είναι μικρότερο από το δικό μου και πολύ χρήσιμο για αυτό το συγκεκριμένο θέμα.
Anarchopac (https://www.youtube.com/channel/UC3FD64RRsrCLpiZNkq7ZkSg) έχει αγγίξει ορισμένα από τα ίδια ζητήματα στην απάντησή της στον Jason Unruhe (https://www.youtube.com/watch?v=AxTmVmqe7as). Εξετάζοντας τις απόψεις του Μαρξ για τη μετάβαση στον κομμουνισμό, τις συγκρίνει με τις απόψεις του Μαρξ για τη μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό και αναπτύσσει ένα πιο γενικό επιχείρημα για το πώς ο Μαρξ βλέπει την κοινωνία. Είναι πιο λεπτομερές και θεωρητικά πυκνό από το βίντεό μου, και επομένως συνιστάται αν θέλετε περισσότερη θεωρητική θεμελίωση.
Αν και προερχόμενο από διαφορετική προσέγγιση και εστιάζοντας λιγότερο στις απόψεις του ίδιου του Μαρξ, το Red Plateaus (https://www.youtube.com/channel/UCsln1E-ttrNPsMivrnf9V7w) έκανε ένα βίντεο για το αν οι σοσιαλιστές πρέπει να καταλάβουν την κρατική εξουσία (https://www.youtube.com/watch?v=ZMclidB0wYs), όπου εξετάζουν ορισμένα επιχειρήματα τόσο υπέρ όσο και κατά.
Καρλ Μαρξ – Κριτική του Προγράμματος της Γκότα (https://www.marxists.org/archive/marx/works/1875/gotha/). Πρόκειται για μια διεξοδική κριτική στο σχέδιο προγράμματος του Ενιαίου Εργατικού Κόμματος στη Γερμανία, καθώς ο Μαρξ επιδίωκε να αντισταθεί στη βαριά επιρροή του Γερμανού σοσιαλδημοκράτη Φερδινάνδου Λασσάλ στο κόμμα. Γράφτηκε το 1875, αλλά δημοσιεύθηκε από τον Ένγκελς το 1891. Απαραίτητο ανάγνωσμα, γιατί, παρά τη συντομία του, είναι από τα σημαντικότερα έργα του Μαρξ για την επαναστατική στρατηγική και από τις ελάχιστες περιπτώσεις όπου μιλά για τις λεπτομέρειες της κομμουνιστικής κοινωνίας. Περιέχει διευκρινίσεις για πολλές κοινές παρανοήσεις γύρω από τον μαρξισμό, τονίζοντας την αντίθεση στον εθνικισμό, το κράτος και την μισθωτή εργασία. Δείχνει επίσης ότι ο Μαρξ δεν ήταν εξισωτιστής, και περιλαμβάνει την περίφημη αρχή «από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του…».
Καρλ Μαρξ – Πρώτο Σχέδιο του Εμφυλίου Πολέμου στη Γαλλία (https://www.marxists.org/archive/marx/works/1871/civil-war-france/drafts/ch01.htm#D1s1), ειδικά το τμήμα για την Κομμούνα (https://www.marxists.org/archive/marx/works/1871/civil-war-france/drafts/ch01.htm#D1s2). Αυτό το κείμενο δείχνει πόσο άλλαξαν οι πολιτικές απόψεις του Μαρξ από την εμπειρία της Παρισινής Κομμούνας – της ριζοσπαστικά δημοκρατικής εργατικής κυβέρνησης στο Παρίσι (1871), την οποία ο Μαρξ θεώρησε ως την πρώτη ιστορική περίπτωση της δικτατορίας του προλεταριάτου («ΔτΠ» από εδώ και πέρα). Περιλαμβάνει, λοιπόν, την περιγραφή του Μαρξ για τα χαρακτηριστικά της ΔτΠ, που περιλαμβάνουν, όπως και η Κομμούνα, την τοπική αυτοδιοίκηση, την άμεση δημοκρατία και τις εργατικές πολιτοφυλακές. Επίσης περιέχει πολλές αρνητικές αναφορές σε «παράσιτα του κράτους», τα οποία πρέπει να εξαλειφθούν στη διάρκεια μιας εργατικής επανάστασης.
Βλαντιμίρ Λένιν – Το Κράτος και η Επανάσταση (https://www.marxists.org/ebooks/lenin/state-and-revolution.pdf). Συνιστάται ακόμη κι αν αντιπαθείτε τον Λένιν ως επαναστάτη και πολιτικό, καθώς είναι ένα στιβαρό έργο μαρξιστικής θεωρίας, που διασαφηνίζει πολλές παρανοήσεις οι οποίες, ειρωνικά, διαδόθηκαν από μαρξιστές-λενινιστές. Ακολουθεί τον Μαρξ στη διάκριση της μεταβατικής περιόδου από την κατώτερη/ανώτερη φάση του κομμουνισμού και στο πρότυπο της ΔτΠ βάσει της Παρισινής Κομμούνας. Ο Λένιν οδηγήθηκε να το γράψει μετά από μια διαμάχη με τον Μπουχάριν για την ύπαρξη του κράτους μετά την επανάσταση, και το συνέγραψε για να τονίσει τον αντικρατισμό του Μαρξ, για τον οποίο κάποιοι τον κατηγόρησαν ότι είναι αναρχικός. Αναφέρει την κατάργηση της γραφειοκρατίας και του μόνιμου στρατού ως ουσιώδη χαρακτηριστικά της ΔτΠ.
Derek Sayer και Philip Corrigan — Επανάσταση Ενάντια στο Κράτος: Το Πλαίσιο και η Σημασία των Ύστερων Γραπτών του Μαρξ (https://sci-hub.tw/https:/www.jstor.org/stable/29790218?seq=1). Πρόκειται για μια ακαδημαϊκή μελέτη χωρίς την οποία το βίντεό μου δεν θα υπήρχε, καθώς κατέστησε απολύτως σαφή τον αντικρατισμό στα ύστερα γραπτά του Μαρξ. Εδώ ανακάλυψα για πρώτη φορά πολλά από τα σημεία που ανέπτυξα στο βίντεο.
Από πολύ νωρίς, ο Μαρξ πίστευε ότι το κράτος είναι μια σφαίρα αλλοτρίωσης και ότι πρέπει να εξαλειφθεί για χάρη της ανθρώπινης χειραφέτησης, και ποτέ δεν άλλαξε άποψη πάνω σε αυτό. Διατύπωσε αυτήν την άποψη ήδη από το 1843, στη Συμβολή στην Κριτική της Φιλοσοφίας του Δικαίου του Χέγκελ (https://www.marxists.org/archive/marx/works/download/Marx_Critique_of_Hegels_Philosophy_of_Right.pdf), όπου έγραψε ότι στη «γνήσια δημοκρατία» το «πολιτικό κράτος» εξαφανίζεται, ή, πράγμα που ισοδυναμεί, ότι στη γνήσια δημοκρατία δεν υπάρχει πλέον διάκριση ανάμεσα στην κοινωνία από τη μια και στο κράτος που την κυβερνά από την άλλη.
Ο Μαρξ εφάρμοσε στο κράτος μια επιδραστική κριτική μέθοδο που αντλούσε από τον νεοχεγκελιανό Λούντβιχ Φόυερμπαχ[^1], έναν από τους βασικούς πρώιμους διανοητικούς του επηρεαστές. Αν και αργότερα τον επέκρινε, ο Μαρξ θεωρούσε τον Φόυερμπαχ ως τον σημαντικότερο στοχαστή μετά τον Χέγκελ, λόγω της κριτικής μεθόδου του που λειτουργούσε μέσω της «αντιστροφής» κεντρικών στοιχείων της φιλοσοφίας του Χέγκελ.[^2]
Στο έργο του Η Ουσία του Χριστιανισμού (https://libcom.org/files/The Essence of Christianity.pdf), ο Φόυερμπαχ είχε αναλύσει τη θρησκευτική αλλοτρίωση της ανθρωπότητας – αυτή συμβαίνει επειδή οι άνθρωποι προβάλλουν μια εξιδανικευμένη εικόνα του εαυτού τους σε κάτι έξω από αυτούς: συγκεκριμένα, στον Θεό στον ουρανό, και έτσι αποξενώνονται από τον εαυτό τους. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι παίρνουν ό,τι καλύτερο υπάρχει σε αυτούς και το αποδίδουν στον Θεό, δίνοντας ουσιαστικά στον Θεό την πίστωση για τα δικά τους επιτεύγματα. Το αποτέλεσμα είναι ότι, ειρωνικά, όσο περισσότερα επιτυγχάνει η ανθρωπότητα, τόσο περισσότερη δύναμη αποδίδει στον Θεό, και επομένως γίνεται όλο και πιο αδύναμη απέναντι στον Θεό. Και επειδή οι άνθρωποι εξιδανικεύουν τον ουρανό με αυτόν τον τρόπο, καταλήγουν να υποτιμούν τον πραγματικό, υλικό, αισθητηριακό, εμπειρικό κόσμο.
Οι άνθρωποι μεταφέρουν στον Θεό όλες τις θετικές τους ιδιότητες και επομένως δεν διατηρούν καμία για τον εαυτό τους· όσο περισσότερο λατρεύουν τον Θεό, τόσο περισσότερο τιμωρούν τον εαυτό τους· όσο πιο μεγάλος και ισχυρός φαίνεται ο Θεός στα μάτια τους, τόσο πιο μικρή και αδύναμη φαίνεται η ανθρωπότητα στα δικά της. Ο στόχος, για τον Φόυερμπαχ, ήταν επομένως η ανθρωπότητα να επαναδιεκδικήσει για τον εαυτό της ό,τι είχε αποδώσει στον Θεό: να υπερβεί την αλλοτρίωση παίρνοντας πίσω για τον εαυτό της όλες τις θετικές ιδιότητες που είχε μεταφέρει στον Θεό. Έτσι, η θρησκεία θα γινόταν ανθρωπισμός.[^3]
Διηγούμαι αυτό επειδή ο Μαρξ είχε εφαρμόσει αυτήν την κριτική μέθοδο στο κράτος, για να αναγνωρίσει την ανθρώπινη αλλοτρίωση έξω από τη θρησκευτική σφαίρα: όχι μόνο τη θρησκευτική αλλοτρίωση, αλλά την πολιτική αλλοτρίωση. Στη θρησκεία, οι άνθρωποι αλλοτριώνονται αποδίδοντας τα θετικά τους χαρακτηριστικά σε έναν Θεό, ο οποίος τους εξουσιάζει. Ομοίως, στην πολιτική, οι άνθρωποι αλλοτριώνονται μεταβιβάζοντας τις κοινωνικές τους δυνάμεις σε ένα κράτος, το οποίο τους κυβερνά. Όσο περισσότερη κοινωνική δύναμη παραχωρούν σε αυτό το κράτος, τόσο περισσότερο κυριαρχούνται από αυτό. Έτσι, όπως η υπέρβαση της θρησκευτικής αλλοτρίωσης απαιτεί την επαναπορρόφηση των θετικών ιδιοτήτων που είχαν αποδοθεί στον Θεό, έτσι και η υπέρβαση της πολιτικής αλλοτρίωσης απαιτεί την επαναπορρόφηση των κοινωνικών δυνάμεων που είχαν μεταβιβαστεί στο κράτος.
Και στις δύο περιπτώσεις υπέρβασης της αλλοτρίωσης, πραγματοποιείται μια κριτική αντιστροφή: ενώ ο αλλοτριωμένος άνθρωπος πιστεύει ότι ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος «κατ’ εικόνα» του Θεού, η υπέρβαση αυτής της αλλοτρίωσης απαιτεί να δει κανείς ότι, αντιθέτως, ο Θεός είναι φτιαγμένος «κατ’ εικόνα» του ανθρώπου. Ομοίως, στην πολιτική, συνηθίζεται να πιστεύεται ότι οι άνθρωποι έχουν κοινωνικές δυνάμεις επειδή τους τις έχει παραχωρήσει το κράτος· αλλά η υπέρβαση της πολιτικής αλλοτρίωσης απαιτεί να δει κανείς ότι στην πραγματικότητα το κράτος έχει κοινωνικές δυνάμεις επειδή του τις έχει παραχωρήσει ο λαός.
Ο Μαρξ καθιστά σαφή τον ανθρωπισμό του όταν λέει, στο Για το Εβραϊκό Ζήτημα (https://www.marxists.org/archive/marx/works/download/pdf/On The Jewish Question.pdf), ότι «κάθε χειραφέτηση είναι μια αναγωγή του ανθρώπινου κόσμου και των σχέσεων στον ίδιο τον άνθρωπο».[^4] Η θρησκευτική χειραφέτηση πραγματοποιείται όταν οι άνθρωποι δεν διαχωρίζουν πλέον τον άνθρωπο από τον Θεό. Η πολιτική χειραφέτηση πραγματοποιείται όταν οι άνθρωποι δεν διαχωρίζουν πλέον τον άνθρωπο από το κράτος.
Στο ίδιο κείμενο (1843), ο Μαρξ εκφράζει την αντίθεσή του προς το κράτος όταν γράφει ότι «μόνο όταν ο άνθρωπος … δεν διαχωρίζει πια τη δική του κοινωνική δύναμη από τον εαυτό του με τη μορφή πολιτικής δύναμης, μόνο τότε θα έχει συντελεστεί η ανθρώπινη χειραφέτηση».^5 Το κράτος είναι ακριβώς αυτός ο διαχωρισμός της «κοινωνικής δύναμης» των ανθρώπων από τον εαυτό τους «με τη μορφή πολιτικής δύναμης». Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική ως τέτοια, ως ξεχωριστή σφαίρα της ανθρώπινης ζωής, θα εξαφανιστεί στον κομμουνισμό.
Ωστόσο, όπως ήδη φαίνεται εδώ, αυτό που καθιστά τον Μαρξ πιο ριζοσπαστικό από τον Φόυερμπαχ είναι ότι η αλλοτρίωση που εντοπίζει δεν είναι απλώς ζήτημα φαντασίας (όπως με τη θρησκεία, όπου οι άνθρωποι μεταφέρουν τις δυνάμεις τους στον Θεό μέσα στη φαντασία τους), αλλά ζήτημα υλικής πραγματικότητας (καθώς είναι υλικό, εμπειρικό γεγονός ότι το κράτος καθίσταται πιο ισχυρό). Επομένως, η λύση της δεν απαιτεί απλώς μια αλλαγή συνείδησης, αλλά μια πολιτική αλλαγή, δηλαδή επανάσταση. Εδώ είναι που ο υλισμός του Μαρξ υπερβαίνει τον Φόυερμπαχ: στην έμφαση στην πράξη. Γι’ αυτό και η διάσημη φράση «οι φιλόσοφοι απλώς ερμήνευσαν τον κόσμο … το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε» εμφανίζεται στις Θέσεις για τον Φόιερμπαχ (https://www.marxists.org/archive/marx/works/1845/theses/theses.htm).
Πολύ σύγχυση έχει προκληθεί από τη συνήθη διάκριση μεταξύ σοσιαλισμού και κομμουνισμού ως σταδίων μιας ενιαίας εξέλιξης, καθώς ο Μαρξ ποτέ δεν μίλησε έτσι. Στην εποχή του Μαρξ, οι Γερμανοί δεν έκαναν συνήθως σαφή διάκριση ανάμεσα σε σοσιαλισμό και κομμουνισμό, και αυτοί οι όροι συχνά χρησιμοποιούνταν εναλλακτικά. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς μερικές φορές χρησιμοποιούσαν τον σοσιαλισμό εναλλακτικά με τον κομμουνισμό, αλλά κυρίως προτιμούσαν τον όρο «κομμουνισμός», καθώς ήθελαν να διακριθούν από «κινήματα της μεσαίας τάξης» που διεκδικούσαν για τον εαυτό τους τον όρο «σοσιαλισμός».
Δεν είναι σαφές πότε η παρουσίαση του Μαρξ για την ανάπτυξη από την κατώτερη φάση στην ανώτερη φάση του κομμουνισμού μετονομάστηκε σε ανάπτυξη από τον σοσιαλισμό στον κομμουνισμό, αλλά αναμφίβολα κορυφώθηκε στη Σοβιετική Ένωση.
Το παρακάτω είναι, κατά προσέγγιση, όπως ο Μαρξ έβλεπε τη μετάβαση από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό, όπως εκτίθεται στην Κριτική του Προγράμματος της Γκότα (https://www.marxists.org/archive/marx/works/download/Marx_Critque_of_the_Gotha_Programme.pdf), καθώς και όπως αντανακλάται στο έργο του Λένιν Το Κράτος και η Επανάσταση (https://www.marxists.org/ebooks/lenin/state-and-revolution.pdf).
Δικτατορία της αστικής τάξης (καπιταλισμός) | Δικτατορία του προλεταριάτου (μετάβαση από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό) | Κατώτερη φάση του κομμουνισμού (αργότερα αποκαλούμενη απλώς σοσιαλισμός) | Ανώτερη φάση του κομμουνισμού (αργότερα αποκαλούμενη απλώς κομμουνισμός) |
---|---|---|---|
Η καπιταλιστική (αστική) τάξη στην εξουσία. | Η εργατική (προλεταριακή) τάξη στην εξουσία. | Δεν υπάρχουν τάξεις. | Δεν υπάρχουν τάξεις. |
Το κράτος εκφράζει τα συμφέροντα των καπιταλιστών. Ασκεί εξουσία πάνω στους εργάτες. | Το κράτος εκφράζει τα συμφέροντα των εργατών. Ασκεί εξουσία πάνω στους καπιταλιστές με σκοπό να τους εξαλείψει ως τάξη. | Δεν υπάρχει κράτος. | Δεν υπάρχει κράτος. |
Η καπιταλιστική τάξη ασκεί φυσική εξουσία μέσω εθνικού στρατού και αστυνομίας. | Η εργατική τάξη ασκεί φυσική εξουσία μέσω τοπικών εργατικών πολιτοφυλακών. | Δεν υπάρχει ταξική βία. | Δεν υπάρχει ταξική βία. |
Μισθωτή εργασία και κεφάλαιο. | Μισθωτή εργασία και κεφάλαιο, αλλά στη διαδικασία εξάλειψής τους. | Εργασία με δελτία εργασίας. Τα δελτία διανέμονται ανάλογα με την ποσότητα της εργασίας που έχει παρασχεθεί και μπορούν να ανταλλαχθούν άμεσα με προϊόντα. Τα δελτία δεν είναι συσσωρεύσιμα και επομένως δεν μπορούν να μετατραπούν σε κεφάλαιο. | Ελεύθερη πρόσβαση στα προϊόντα ανάλογα με τις ανάγκες. «Από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του!» |
Είναι σημαντικό να μη λαμβάνουμε αυτές τις κατηγορηματικές διαιρέσεις για κάτι περισσότερο από αυτό που είναι. Ο Μαρξ, απ’ όσο γνωρίζω, στα γραπτά του χρησιμοποιεί μόνο μία φορά αυτή τη διάκριση μεταξύ κατώτερης και ανώτερης φάσης του κομμουνισμού, και αυτή η απλουστευτική διάκριση γίνεται κυρίως για χάρη της παρουσίασης και της αποσαφήνισης. Καθώς ο Μαρξ ήταν διαλεκτικός στοχαστής, δεν θα έπρεπε να υποτεθεί ότι αυτές οι διαιρέσεις είναι σαφώς οριοθετημένες. Η μετάβαση στην κατώτερη και στη συνέχεια στην ανώτερη φάση του κομμουνισμού είναι μια διαδικασία, και επομένως θα υπήρχαν πολλές αποχρώσεις και διαβαθμίσεις κοινωνίας που δεν ταιριάζουν ακριβώς και καθαρά στη μία ή στην άλλη, και η ανάπτυξη δεν θα ήταν κατ’ ανάγκη ευθύγραμμη ή γραμμική, καθώς οι εξελίξεις θα μπορούσαν να λάβουν χώρα σε διαφορετικούς χρόνους και ρυθμούς σε διαφορετικά μέρη.
Συγκρίνετέ το με τη μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό: αυτή η μετάβαση πήρε πολύ χρόνο, η ταχύτητα και η έντασή της διέφεραν από τόπο σε τόπο, και τα κατάλοιπα της φεουδαρχίας διήρκεσαν πολύ μετά την εμφάνιση του βιομηχανικού καπιταλισμού. Αυτό είναι το βασικό νόημα της διάκρισης: ότι κατάλοιπα του καπιταλισμού θα εξακολουθήσουν να παραμένουν κατά την αρχική εγκαθίδρυση του κομμουνισμού και θα εξαφανιστούν μόνο σε μια εκτεταμένη διαδικασία ανάπτυξης. Το βασικό τέτοιο αρχικό κατάλοιπο του καπιταλισμού θα είναι η ανταλλαγή ισοδυνάμων – δελτία εργασίας που ανταλλάσσονται για ποσό εκτελεσμένης εργασίας – «ο ίδιος κανόνας επικρατεί όπως στην ανταλλαγή εμπορευματικών ισοδυνάμων: ένα δεδομένο ποσό εργασίας σε μια μορφή ανταλλάσσεται με ίσο ποσό εργασίας σε άλλη μορφή». Αλλά αυτό δεν θα είναι πλέον ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, επειδή, μεταξύ άλλων, «κανείς δεν μπορεί να δώσει τίποτα εκτός από την εργασία του, και επειδή, από την άλλη, τίποτα δεν μπορεί να περάσει στην ιδιοκτησία των ατόμων εκτός από ατομικά μέσα κατανάλωσης».[^6]
Ο πιο ξεκάθαρος τρόπος με τον οποίο οι μαρξιστές-λενινιστές συνήθως αποκλίνουν εδώ από τον Μαρξ (όπως επίσης και από τον Λένιν) είναι με το να ταυτίζουν την μεταβατική περίοδο με τον σοσιαλισμό (την κατώτερη φάση του κομμουνισμού). Αυτή η ταύτιση κατέστη εν μέρει δυνατή από τη σύγχυση που προκάλεσε η ονοματοδοσία της κατώτερης φάσης του κομμουνισμού ως «σοσιαλισμός» και της ανώτερης φάσης ως απλώς «κομμουνισμός». Η παραδοξότητα γίνεται σαφής αν χρησιμοποιήσουμε την αρχική γλώσσα του Μαρξ, καθώς το να λέμε ότι «η μεταβατική περίοδος είναι η κατώτερη φάση του κομμουνισμού» είναι σαν να λέμε ότι «η μετάβαση από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό είναι κομμουνισμός».
Ένας συναφής τρόπος με τον οποίο οι μαρξιστές-λενινιστές αποκλίνουν από τον Μαρξ και τον Ένγκελς είναι με το να αντιμετωπίζουν τον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό ως δύο διαφορετικούς τρόπους παραγωγής. Για τον Μαρξ, ο κομμουνισμός, είτε σε κατώτερη είτε σε ανώτερη φάση, είναι ο ίδιος τρόπος παραγωγής, που διακρίνεται μόνο από το επίπεδο ανάπτυξής του. Η κατώτερη φάση του κομμουνισμού είναι ο κομμουνιστικός τρόπος παραγωγής «καθώς αναδύεται από την καπιταλιστική κοινωνία» και η ανώτερη φάση του κομμουνισμού είναι ο κομμουνιστικός τρόπος παραγωγής καθώς «αναπτύσσεται πάνω στα δικά του θεμέλια».^7
Ο Λένιν δεν ταύτισε τη μεταβατική περίοδο με τον σοσιαλισμό/κομμουνισμό. Ενώ η μεταβατική περίοδος είναι η περίοδος της εξουσίας της εργατικής τάξης, ο ίδιος ο Λένιν λέει ότι «ο σοσιαλισμός σημαίνει την κατάργηση των τάξεων».[^8] Όπως έμαθα από το InDefenseOfToucans, σε μια ομιλία στο Πανρωσικό Συνέδριο Εργατών Μεταφορών (https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1921/mar/27.htm), ο Λένιν θυμάται ότι είδε μια πινακίδα με την επιγραφή «Η κυριαρχία των εργατών και αγροτών θα διαρκέσει για πάντα». Ο Λένιν επισήμανε το πρόβλημα με αυτόν τον ισχυρισμό: «αν η κυριαρχία των εργατών και των αγροτών διαρκέσει για πάντα, τότε δεν θα είχαμε ποτέ σοσιαλισμό, γιατί αυτός προϋποθέτει την κατάργηση των τάξεων· και όσο υπάρχουν εργάτες και αγρότες, θα υπάρχουν διαφορετικές τάξεις και, επομένως, όχι πλήρης σοσιαλισμός».[^9]
Αν και ο Λένιν ακολούθησε αρκετά στενά τον Μαρξ σε αυτό στο Κράτος και Επανάσταση, υπάρχει ένα συγκεκριμένο σημείο που πρέπει να αναφερθεί, το οποίο ειλικρινά με μπερδεύει. Στο Κεφάλαιο 4 του Κράτος και Επανάσταση, ο Λένιν γράφει:
«Στην πρώτη του φάση, ή πρώτο στάδιο, ο κομμουνισμός δεν μπορεί ακόμη να είναι πλήρως ώριμος οικονομικά και ολοκληρωτικά ελεύθερος από παραδόσεις ή κατάλοιπα του καπιταλισμού. Από εδώ προκύπτει το ενδιαφέρον φαινόμενο ότι ο κομμουνισμός στην πρώτη του φάση διατηρεί “τους στενούς ορίζοντες του αστικού δικαίου”. Φυσικά, το αστικό δίκαιο όσον αφορά τη διανομή των καταναλωτικών αγαθών αναπόφευκτα προϋποθέτει την ύπαρξη του αστικού κράτους, γιατί το δίκαιο δεν είναι τίποτα χωρίς έναν μηχανισμό ικανό να επιβάλει την τήρηση των κανόνων του δικαίου».[^10]
Το πρώτο μέρος αυτού του αποσπάσματος είναι σε συμφωνία με τον Μαρξ. Στην Κριτική του Προγράμματος της Γκότα, ο Μαρξ γράφει ότι η πρώτη φάση του κομμουνισμού θα διανέμει δελτία εργασίας σύμφωνα με την εργασία που καταβλήθηκε, και αυτό είναι ένα κατάλοιπο του καπιταλισμού: η ανταλλαγή ισοδυνάμων, την οποία ο Μαρξ αποκαλεί αστικό δίκαιο (bourgeois law), ή εναλλακτικά μεταφρασμένο, αστικό δίκαιο/δικαίωμα (bourgeois right).
Ωστόσο, ο ισχυρισμός ότι αυτό προϋποθέτει το «αστικό κράτος» αντιφάσκει τόσο με τον Μαρξ όσο και με τον ίδιο τον Λένιν. Ο Λένιν ο ίδιος πίστευε ότι το κράτος είναι μηχανισμός ταξικής κυριαρχίας, και ότι η πρώτη φάση του κομμουνισμού δεν έχει τάξεις, πράγμα που καθιστά τον ισχυρισμό ότι η πρώτη φάση εξακολουθεί να έχει κράτος παράδοξο. Είναι ακόμη πιο παράδοξο ότι πρόκειται για «αστικό κράτος», δεδομένου ότι ούτε η μεταβατική περίοδος έχει αστικό κράτος, αλλά προλεταριακό. Ο Λένιν, στο Κράτος και Επανάσταση, λέει ότι κατά τη διάρκεια της επανάστασης το αστικό κράτος συντρίβεται, και στη θέση του εγκαθιδρύεται προλεταριακό. Γιατί λοιπόν να επιστρέψει ένα αστικό κράτος στην ίδια την πρώτη φάση του κομμουνισμού; Μπορώ μόνο να εικάσω για την αιτία πίσω από αυτόν τον παράξενο ισχυρισμό. Ήταν είτε ένα λάθος του Λένιν, είτε μια παραπλανητική χρήση της γλώσσας.
Ο Λένιν λέει ότι ενώ το αστικό κράτος συντρίβεται, το προλεταριακό κράτος που εγκαθιδρύεται στη συνέχεια μαραίνεται. Επειδή η λειτουργία του προλεταριακού κράτους είναι να συντρίψει την αστική τάξη, μόλις αυτό ολοκληρωθεί, και οι τάξεις εξαφανιστούν, θα χάσει τον λόγο ύπαρξής του και θα εξαφανιστεί σταδιακά, καθιστάμενο αδιαχώριστο από την κοινωνία στο σύνολό της.
Αυτό έχει έκτοτε καταστεί μια εξαιρετικά κοινή έκφραση και αρχή, τόσο μεταξύ μαρξιστών-λενινιστών όσο και μαρξιστών γενικότερα. Το μόνο που θέλω να επισημάνω είναι ότι ο ίδιος ο Μαρξ δεν χρησιμοποιεί ποτέ αυτήν τη φράση. Η φράση προέρχεται στην πραγματικότητα από το έργο του Ένγκελς Αντι-Ντύρινγκ (https://www.marxists.org/archive/marx/works/1877/anti-duhring/).
Οι μαρξιστές που αναγνωρίζουν τη διαφορά μεταξύ της μεταβατικής περιόδου και του (κατώτερης φάσης) κομμουνισμού, διαφέρουν στην ανάλυσή τους για τη Σοβιετική Δημοκρατία. Τείνουν να συμφωνούν (όπως και εγώ) ότι αυτή δεν πέτυχε ποτέ τον σοσιαλισμό (κατώτερη φάση κομμουνισμού). Η εξάλειψη του κεφαλαίου, της μισθωτής εργασίας, της εμπορευματικής παραγωγής σαφώς δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, και κατά τη γνώμη μου, δεν ήταν καν δυνατή δεδομένων των συνθηκών. Μερικοί μαρξιστές-λενινιστές ισχυρίζονται ότι η Σοβιετική Δημοκρατία ήταν σοσιαλιστική από την αρχή, επειδή ταυτίζουν τον σοσιαλισμό με τη μεταβατική περίοδο, αντιβαίνοντας στον σαφή ισχυρισμό του ίδιου του Λένιν ότι η Σοβιετική Δημοκρατία δεν ήταν σοσιαλιστική. Εκείνοι οι μαρξιστές-λενινιστές που αναγνωρίζουν το δεύτερο, υποστηρίζουν ότι αν και η Σοβιετική Δημοκρατία βρισκόταν σε μια μεταβατική περίοδο κατά τη διάρκεια της ζωής του Λένιν, μετατράπηκε σε σοσιαλιστική υπό την κολεκτιβοποίηση του Στάλιν. Ισχυρίζονται ότι οι καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις καταργήθηκαν ουσιαστικά, αλλά τα επιχειρήματά τους δεν είναι πειστικά, καθώς για να λειτουργήσουν θα έπρεπε ευθέως αστικές χώρες σε ορισμένες περιόδους να χαρακτηριστούν επίσης σοσιαλιστικές.
Μερικοί υποστηρίζουν ότι τα σοβιετικά χρήματα ουσιαστικά λειτουργούσαν ως δελτία εργασίας, επειδή οι άνθρωποι πληρώνονταν σύμφωνα με τον αριθμό των παραχθέντων μονάδων αντί ανά ώρα (αυτό που ονομάζεται «εργασία με το κομμάτι»). Το προφανές πρόβλημα με αυτό το επιχείρημα είναι ότι η εργασία με το κομμάτι υπήρξε σε όλη την ιστορία του καπιταλισμού σε αναμφισβήτητα καπιταλιστικές χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ και υποστηρίχθηκε έντονα από τον Φρέντερικ Γουίνσλοου Τέιλορ.[^11] Στην πραγματικότητα, τα συστήματα εργασίας με το κομμάτι συχνά επέτρεπαν μεγαλύτερη εκμετάλλευση και χειραγώγηση των εργατών, πληρώνοντάς τους λιγότερο από ό,τι θα έπαιρναν με ωρομίσθιο, και συνήθως προκαλούσαν αγανάκτηση στους εργάτες. Οι πρώιμες χρήσεις του όρου «sweatshop»^* (ή του προκατόχου «sweating system») αναφέρονταν σε χώρους εργασίας με εργασία με το κομμάτι.
* κατάστημα ή μικρό εργοστάσιο όπου το ωράριο, οι αμοιβές και οι συνθήκες εργασίας είναι άθλιες (My English - Greek Dictionary)
Άλλοι υποστηρίζουν ότι η ΕΣΣΔ ήταν σοσιαλιστική αναφερόμενοι στο γεγονός ότι είχε πλήρη απασχόληση: επειδή οι εργάτες τεχνικά δεν μπορούσαν να απειληθούν με απόλυση ως τέτοια, είχαν έλεγχο πάνω στη διαδικασία παραγωγής. Και πάλι, αυτό θα σήμαινε ότι η Αυστραλία ήταν σοσιαλιστική τα έτη 1941–75, καθώς είχε νομικά επιβεβλημένες συνθήκες πλήρους απασχόλησης αυτήν την περίοδο.
Ένα τελευταίο επιχείρημα που έχω ακούσει είναι ότι η ΕΣΣΔ ήταν σοσιαλιστική επειδή η παραγωγή καθοριζόταν από ένα κρατικό σχέδιο, και επομένως η παραγωγή γινόταν σύμφωνα με την αξία χρήσης, όχι για το κέρδος. Αυτό όμως δεν θα μπορούσε να είναι αληθές, καθώς, ακόμη κι αν αγνοήσουμε όλα τα άλλα (όπως τον εσωτερικό ανταγωνισμό μεταξύ επιχειρήσεων παρά την κοινή ιδιοκτησία τους από το κράτος), η ΕΣΣΔ έπρεπε να ανταγωνίζεται οικονομικά με άλλους καπιταλιστές σε παγκόσμια κλίμακα, και αυτό δεν μπορούσε να γίνει χωρίς τη συσσώρευση κεφαλαίου, η οποία απαιτεί την κατεύθυνση της παραγωγής προς την παραγωγή κέρδους. Όπως και με τα προηγούμενα επιχειρήματα, ο σοβιετικός κρατικός σχεδιασμός είχε αντίστοιχα σε καπιταλιστικές χώρες, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις κρατικής παρέμβασης σε καιρό πολέμου.
Μερικοί τεκμηριώνουν τον ισχυρισμό ότι η ΕΣΣΔ παρήγαγε σύμφωνα με αξίες χρήσης επισημαίνοντας το γεγονός ότι το κρατικό σχέδιο κατάρτιζε τα λεγόμενα «υλικά ισοζύγια» – υπολογισμό εισροών και εκροών με υλικές μονάδες (για παράδειγμα, γαλόνια πετρελαίου, κιλά χάλυβα κ.λπ.). Αλλά και αυτό έχει γίνει υπό τον καπιταλισμό (για παράδειγμα, το Σχέδιο Ελεγχόμενων Υλικών στις ΗΠΑ κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο), ούτε απουσίαζαν οι νομισματικές μονάδες από το σχέδιο.
Αυτό που είναι απίστευτο είναι ότι ο ίδιος ο Στάλιν, στο Οικονομικά Προβλήματα του Σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ (https://www.marxists.org/reference/archive/stalin/works/1951/economic-problems/index.htm), λέει ότι υπάρχει εμπορευματική παραγωγή υπό τον σοσιαλισμό, κάτι που είναι ξεκάθαρα ασύμβατο τόσο με τον Μαρξ όσο και με τον Λένιν. Η εμπορευματική παραγωγή είναι εκ των πραγμάτων προσανατολισμένη στην παραγωγή κέρδους.
Ράγια Ντουνάγιεφσκαγια – The Union of Soviet Socialist Republics is a Capitalist Society (https://www.marxists.org/archive/dunayevskaya/works/1941/ussr-capitalist.htm) [Ελληνική μετάφραση: Η Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών είναι μια καπιταλιστική κοινωνία (https://shorturl.at/ODyNA)]. Η Ντουνάγιεφσκαγια ήταν μία από τις πρωτοπόρους του Μαρξιστικού Ανθρωπισμού. Πρόκειται για ένα σύντομο φυλλάδιο και ο τίτλος του είναι αρκετά σαφής. Ένα κεντρικό σημείο διατυπώνεται όταν γράφει ότι «Ο καθοριστικός παράγοντας στην ανάλυση της ταξικής φύσης μιας κοινωνίας δεν είναι το αν τα μέσα παραγωγής είναι ιδιωτική ιδιοκτησία της καπιταλιστικής τάξης ή κρατική ιδιοκτησία, αλλά το αν τα μέσα παραγωγής είναι κεφάλαιο, δηλαδή, αν είναι μονοπωλημένα και αποξενωμένα από τους άμεσους παραγωγούς. Η Σοβιετική Κυβέρνηση κατέχει σε σχέση με όλο το οικονομικό σύστημα τη θέση που κατέχει ένας καπιταλιστής σε σχέση με μία μόνο επιχείρηση».
Αμαντέο Μπορντίγκα – Διάλογος με τον Στάλιν (https://www.marxists.org/archive/bordiga/works/1952/stalin.htm). Εδώ ο ηγέτης του ιταλικού κομμουνιστικού κόμματος, ένας επιδραστικός αριστερός κομμουνιστής, εξετάζει τον οικονομικό χαρακτήρα της ΕΣΣΔ εμπλεκόμενος με τα γραπτά του Στάλιν.
Aufheben – Τι ήταν η ΕΣΣΔ; (https://libcom.org/files/Aufheben- What was the USSR.pdf). Αυτή η μαρξιστική συλλογικότητα με βάση το Ηνωμένο Βασίλειο εξετάζει διάφορες θεωρίες για το τι ήταν η ΕΣΣΔ και αναπτύσσει τη δική της άποψη που ξεπερνά τις τυπικές αφηγήσεις περί «κρατικού καπιταλισμού». Υποστηρίζουν ότι η ΕΣΣΔ βασιζόταν ουσιαστικά στην εμπορευματική παραγωγή, αλλά λόγω της «ιστορικής μορφής εξαναγκασμένης μετάβασης στον καπιταλισμό υπήρχε ασυμφωνία ανάμεσα στον καπιταλιστικό χαρακτήρα της παραγωγής και στην εμφάνισή της ως κοινωνίας βασισμένης στην εμπορευματική ανταλλαγή». Ό,τι κι αν σκεφτεί κανείς για το συμπέρασμά τους, το κείμενο μπορεί να είναι χρήσιμο για την επισκόπηση μερικών διαφορετικών τρόπων ανάλυσης του πολιτικού και οικονομικού χαρακτήρα της ΕΣΣΔ.
Έχω δει να προτείνονται τα παρακάτω δύο βιβλία, αν και δεν τα έχω διαβάσει. Είναι πολύ πιο ακαδημαϊκά, λεπτομερή και εμπειρικά θεμελιωμένα από τα προηγούμενα. Και τα δύο υποστηρίζουν ότι η ΕΣΣΔ ήταν μια καπιταλιστική κοινωνία:
Neil C. Fernandez — *Capitalism and Class Struggle in the USSR* (https://libcom.org/files/Capitalism and Class Struggle in the USSR%2C A Marxist Theory - Neil C. Fernandez.pdf). Αυτό το έργο ασκεί κριτική στις προηγούμενες θεωρίες του σοβιετικού καπιταλισμού και αναπτύσσει τη δική του, δίνοντας έμφαση στην υπεροχή του κεφαλαίου. Στη συνέχεια στρέφεται σε μια ανάλυση της ταξικής πάλης στην ΕΣΣΔ.
Paresh Chattopadhyay — *The Marxian Concept of Capital and the Soviet Experience (https://libcom.org/files/Chattopadhyay%2C Paresh - The Marxian Concept of Capital and the Soviet Experience.pdf). Αυτό αναλύει την ΕΣΣΔ ως μια καπιταλιστική κοινωνία, υποστηρίζοντας ότι η σχέση μισθωτής εργασίας είναι αναγκαία και ικανή για την ύπαρξη του καπιταλισμού.
Η Σοβιετική Δημοκρατία λοιπόν δεν ήταν σοσιαλιστική, αλλά ήταν δικτατορία του προλεταριάτου; Οι απόψεις διίστανται. Οι αριστεροί κομμουνιστές τείνουν να υποστηρίζουν ότι, στα πρώτα χρόνια, ήταν. Για παράδειγμα, η Διεθνιστική Κομμουνιστική Τάση (https://www.leftcom.org/en) κρατά αυτή τη θέση (https://www.leftcom.org/en/articles/2007-11-01/1917-the-proletariat-takes-power). Οι απόψεις για το πότε έπαψε να είναι Δικτατορία του Προλεταριάτου επίσης διαφέρουν, με κάποιους να το τοποθετούν γύρω στην περίοδο της παρακμής του Λένιν και της επακόλουθης ανόδου του Στάλιν, και άλλους γύρω στην Εξέγερση της Κροστάνδης (https://www.leftcom.org/en/articles/2001-08-01/1921-beginning-of-the-counter-revolution)[^12)] το 1921. Όπως και να ’χει, είναι δίκαιο να πούμε ότι η Σοβιετική Δημοκρατία, ακόμη και στα πρώτα της χρόνια, δεν έμοιαζε με τις περιγραφές του ίδιου του Μαρξ ή του Λένιν για το τι συνιστά μια Δικτατορία του Προλεταριάτου. Ο Λένιν, στο Κράτος και Επανάσταση, όριζε τον μόνιμο στρατό και τη γραφειοκρατία ως δύο κύρια στοιχεία που πρέπει να καταργηθούν για την εγκαθίδρυση μιας Δικτατορίας του Προλεταριάτου. Αν και η επανάσταση αρχικά κατήργησε τον μόνιμο στρατό, αυτός σύντομα επανιδρύθηκε σε παρόμοιες γραμμές, και η γραφειοκρατία δεν καταργήθηκε ποτέ, διατηρώντας επίσης πολλά κεντρικά χαρακτηριστικά της παλιάς γραφειοκρατίας. Εδώ είναι ένα καλά τεκμηριωμένο άρθρο (https://newsocialist.org.uk/bolsheviks-did-not-smash-old-state/) που υποστηρίζει ότι το παλιό κράτος δεν συντρίφτηκε ποτέ, και ότι η Σοβιετική Δημοκρατία επομένως δεν ήταν ποτέ μια Δικτατορία του Προλεταριάτου.
Οι τροτσκιστές, από την άλλη, υποστηρίζουν ότι η ΕΣΣΔ ήταν μια Δικτατορία του Προλεταριάτου που υπό τον Στάλιν έγινε ένα «εκφυλισμένο εργατικό κράτος» (όρος του Τρότσκι). Ο Τρότσκι υποστήριζε ότι η ΕΣΣΔ βρισκόταν στη διαδικασία μετάβασης από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό αλλά παγιδεύτηκε στη μέση αυτής της μετάβασης λόγω της γραφειοκρατικοποίησης. Ο Τρότσκι δεν θεωρούσε τη γραφειοκρατική κάστα ως μια νέα κυρίαρχη τάξη, επειδή ο πολιτικός της έλεγχος δεν επεκτεινόταν στην οικονομική ιδιοκτησία. Ο σκοπός αυτής της ανάλυσης για τον Τρότσκι ήταν διπλός: 1) να ασκήσει κριτική στην εδραίωση της εξουσίας του Στάλιν και στο υπάρχον σοβιετικό καθεστώς, 2) ενώ παράλληλα αναγνώριζε τα σοβιετικά επιτεύγματα και διατηρούσε την πιθανότητα ότι η ΕΣΣΔ θα μπορούσε να αποκατασταθεί ως ένα γνήσιο εργατικό κράτος.
Μερικοί μαρξιστές υποστηρίζουν ότι είναι παραπλανητικό να κρίνουμε τη νεαρή Σοβιετική Δημοκρατία με βάση τα κριτήρια της παλαιότερης περιγραφής του Λένιν για τη Δικτατορία του Προλεταριάτου, δεδομένων των ιστορικά μοναδικών συνθηκών στις οποίες βρισκόταν η χώρα, που καθιστούσαν τη Δικτατορία του Προλεταριάτου, όπως περιγραφόταν εκεί, μη πρακτική, αν όχι αδύνατη. Όπως κι αν έχει, πρέπει να αναγνωριστεί προς τιμήν των Μπολσεβίκων ότι συνειδητοποίησαν από νωρίς πως χωρίς μια επανάσταση στην Ευρώπη, ο σοσιαλισμός δεν μπορούσε να εγκαθιδρυθεί στη Ρωσία, και έτσι μεγάλο μέρος της πρώιμης πολιτικής τους ήταν η χρηματοδότηση και η υποστήριξη των επαναστατών στη Γερμανία. Από αυτήν την άποψη, τουλάχιστον, το κόμμα ενήργησε ως δύναμη για τον σοσιαλισμό στον κόσμο, και η αποτυχία του κρίθηκε όταν το διεθνιστικό σχέδιο εγκαταλείφθηκε υπέρ της οικοδόμησης εθνικού κράτους (φτάνοντας στο τελικό του συμπέρασμα με τον «σοσιαλισμό σε μία χώρα» του Στάλιν).
Αν και συμφωνώ με πολλές από τις κριτικές της ΕΣΣΔ που προβάλλονται από αναρχικούς, μερικές από αυτές δεν εδράζονται επαρκώς στις υλικές συνθήκες. Η κριτική στις ενέργειες του κόμματος, και ακόμη και στη μορφή κόμματος αυτή καθεαυτή, είναι σημαντική, αλλά δεν θα πρέπει κανείς να αποδίδει την αποτυχία της επανάστασης στις ενέργειες του ίδιου του Λένιν, ή ακόμη και του Στάλιν, ούτε να επιτίθεται στην ΕΣΣΔ με αναφορά στις προθέσεις που είχαν οι Μπολσεβίκοι. Δεδομένου ότι η Ρωσία δεν ήταν μια πλήρως εκβιομηχανισμένη χώρα, ότι μόλις είχε υποστεί έναν Παγκόσμιο Πόλεμο και έναν εμφύλιο πόλεμο, ότι ήταν απομονωμένη και περιτριγυρισμένη από ξένους επιτιθέμενους, και δεδομένης της αποτυχίας της επανάστασης σε άλλες χώρες, η Σοβιετική Δημοκρατία έπρεπε είτε να εκφυλιστεί είτε να ανατραπεί από αντεπαναστάτες (κάτι που θα ήταν πολύ, πολύ χειρότερο, τόσο από πλευράς της φρικτής άμεσης συνέπειας, όσο και της μακροπρόθεσμης επίδρασης στην ποιότητα ζωής του ρωσικού λαού).
Ο τρόπος παραγωγής δεν είναι ηθική κατηγορία, και είναι δυνατόν να γιορτάζει κανείς τα επιτεύγματα που πέτυχαν οι Σοβιετικοί, όπως και να επαινεί τον αγώνα και τις καλές προθέσεις συγκεκριμένων ατόμων, ενώ ταυτόχρονα αναγνωρίζει ότι, πραγματικά, ο τρόπος παραγωγής δεν ξεπέρασε ποτέ τον καπιταλισμό.
[^1]: Άρθρο του Stanford για τον Φόυερμπαχ (https://plato.stanford.edu/entries/ludwig-feuerbach/).
[^2]: Για παράδειγμα, ο Χέγκελ έδινε πρωτοκαθεδρία στο Απόλυτο Πνεύμα («Geist», που μπορεί επίσης να μεταφραστεί ως «νους» ή «συνείδηση») και έβλεπε την ανθρωπότητα ως την ανάπτυξη αυτού του Πνεύματος. Ο Φόυερμπαχ υποστήριξε ότι αυτό ήταν αντεστραμμένο και έπρεπε να αναστραφεί, καθώς μπέρδευε το υποκείμενο με το κατηγόρημα. Έκανε τη συνείδηση το υποκείμενο, και τον άνθρωπο απλώς κατηγόρημά της, ενώ στην πραγματικότητα ισχύει το αντίθετο. Η συνείδηση παράγεται από τον άνθρωπο, αντί να παράγεται ο άνθρωπος από τη συνείδηση. Όταν ο Μαρξ «έστησε τον Χέγκελ ανάποδα», όπως διάσημα περιγράφεται ότι έκανε, ακολουθούσε τα βήματα του Φόυερμπαχ.
[^3]: Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ο χριστιανισμός είχε πολύ μεγάλη επιρροή στη γερμανική πολιτική εκείνη την εποχή, και η Γερμανία ήταν ιδιαίτερα κοινωνικά συντηρητική. Η κυβέρνηση της Πρωσίας είχε τον έλεγχο των εκκλησιαστικών υποθέσεων, και ο βασιλιάς αναγνώριζε τον εαυτό του ως τον ανώτατο επίσκοπο. Αυτός είναι ο λόγος που πολιτικοί ριζοσπάστες και προοδευτικοί, συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του Μαρξ, έγραφαν κριτικές για τη θρησκεία, και (την κρατική) χριστιανοσύνη ειδικότερα.
[^4]: Μαρξ – Το Εβραϊκό Ζήτημα (https://www.marxists.org/archive/marx/works/download/pdf/On The Jewish Question.pdf).
[^6]: Μαρξ — Κριτική του Προγράμματος της Γκότα (https://www.marxists.org/archive/marx/works/download/Marx_Critque_of_the_Gotha_Programme.pdf), Ι.
[^8]: Λένιν – Οικονομία και πολιτική στην εποχή της Δικτατορίας του Προλεταριάτου (https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1919/oct/30.htm).
[^9]: Λένιν – Ομιλία στο Πανρωσικό Συνέδριο Εργαζομένων στις Μεταφορές (https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1921/mar/27.htm).
[^10]: Λένιν – Κράτος και Επανάσταση (https://www.marxists.org/ebooks/lenin/state-and-revolution.pdf), κεφ. 4.
[^11]: Ο Τέιλορ είναι διάσημος για το έργο του Αρχές της Επιστημονικής Διοίκησης (The Principles of Scientific Management), το οποίο επιδίωκε να εξηγήσει πώς να καταστούν οι εργάτες στη βιομηχανική παραγωγή όσο το δυνατόν πιο αποδοτικοί. Ήταν δημοφιλής ανάμεσα σε καπιταλιστές και διευθυντές γι’ αυτόν τον λόγο, και οι εφαρμογές των προτάσεών του συνήθως προκαλούσαν δυσαρέσκεια στους εργάτες. Ο Τέιλορ ήθελε να βαθύνει τον διαχωρισμό ανάμεσα στην πνευματική και τη χειρωνακτική εργασία και να καταστήσει τους εργάτες πλήρως υποταγμένους στους διευθυντές.
[^12]: Η Εξέγερση της Κροστάνδης ήταν μια εξέγερση επαναστατημένων Σοβιετικών ναυτών, στρατιωτών και πολιτών, πολλοί από τους οποίους είχαν προηγουμένως συμμετάσχει ενεργά στην επανάσταση. Απαιτούσαν, μεταξύ άλλων, περισσότερη δημοκρατική εξουσία από τα εργατικά συμβούλια. Το Μπολσεβίκικο Κόμμα μετέδωσε ψευδώς μέσω δημόσιου ραδιοφώνου ότι η εξέγερση ήταν σχέδιο του Λευκού Στρατού, και η εξέγερση καταπνίγηκε βίαια από τον Κόκκινο Στρατό.